Oι εξελίξεις στον ενεργειακό χάρτη της ανατολικής Μεσογείου, η σύγκρουση που επί δεκαέξι ολόκληρους μήνες μαίνεται στη Συρία, το πάντα ακανθώδες ζήτημα του Ιράν και τα παντουρανικά οράματα της Τουρκίας, έχουν συνθέσει το πλέον εκρηκτικό μείγμα στην ευρύτερη περιοχή, εδώ και δεκαετίες. Τίποτα δεν θυμίζει πλέον το γεωστρατηγικό τοπίο εποχών όχι και τόσο μακρινών.
Του Σταύρου Καρκαλέτση
Και, αν στις δεκαετίες του ΄60 και του ΄70, ως γεωστρατηγικό κέντρο του τότε ψυχροπολεμικού κόσμου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το διχοτομημένο Βερολίνο (και διασταλτικά τα σύνορα δυτικής και κομμουνιστικής Ευρώπης), σήμερα ο πλέον ζωτικός χώρος είναι ολόκληρη η περιοχή από την Κρήτη μέχρι την Κασπία. Με πλέον θερμό σημείο, την σπαρασσόμενη Συρία σήμερα, αργότερα το Ιράν, ίσως όμως και τη θάλασσα της Κύπρου, αφού η Τουρκία κανείς δεν γνωρίζει μέχρι που σκοπεύει να το πάει. Το «κέντρο βάρους» του κόσμου μας άλλαξε λοιπόν, διότι πολύ απλά με την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, και με το πέρασμα όλων των παλιών δορυφόρων της Σοβιετικής Ένωσης στην δυτική σφαίρα, το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ επέκτειναν δραματικά την επιρροή τους προς ανατολάς, στερώντας τη Ρωσία από τα κράτη-προφυλακές της. Η Πολωνία είναι ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα. Σήμερα, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, έχοντας προσδέσει την κεντρική Ευρώπη στο άρμα τους, επελαύνουν στην ανατολική Μεσόγειο και προς τον Περσικό Κόλπο. Αφ’ ενός για να διεισδύσουν και να ελέγξουν την ενεργειακή καρδιά του πλανήτη, που στον νέο χάρτη ξεκινά από την θάλασσα της Λεμεσσού και την πλατφόρμα της «Noble», και καταλήγει στο Αζερμπαιτζάν και την Κασπία. Αφ΄ ετέρου, για να απομονώσουν και από το νότο τη Ρωσία (όπως έκαναν στην κεντρική Ευρώπη τη δεκαετία του 1990) κα να «μπουν σφήνα» στην καρδιά της Ευρασίας, εκεί που συναντώνται γεωστρατηγικά Ρωσία και Κίνα.
Βρισκόμαστε σε μια μετάβαση στο νέο status, με εντεινόμενο τον συλλογικό φόβο του να εισέλθουμε σε μια περίοδο γεωπολιτικών αναταραχών, ενδεχομένως και μέσα από μια γενικευμένη σύρραξη. Αυτή η σύγκρουση αφορά τα συμφέροντα ή/και τις επιδιώξεις όλων: Των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ρωσίας, της ΕΕ, της Κίνας, του Ισραήλ. Και με την Τουρκία στον συνήθη ρόλο: Καραδοκούσα και πάντα αναθεωρητική, πλήν όμως τώρα και σε ισλαμικές αποχρώσεις.
Η μια ανάγνωση λοιπόν, θέλει το κλασσικό συγκρουσιακό σχήμα ΗΠΑ-Ρωσίας να αναβιώνει, και από κάτω να υπάρχουν οι επιμέρους διαμάχες: Ισραήλ εναντίον Ιράν, Τουρκία εναντίον Συρίας, Ισραήλ εναντίον Τουρκίας, Τουρκία κατά Κύπρου και Ελλάδος, Αρμενία εναντίον Αζερμπαιτζάν, Σαουδική Αραβία κατά Ιράν και πάει λέγοντας. Εκρηκτικό πράγματι μείγμα πολλαπλών πιθανών συγκρούσεων, ακόμα και θερμών.
Υπάρχει στην συγκρουσιακή εξίσωση και η θρησκευτική διάσταση: Επιδεινώνεται επικίνδυνα η σύγκρουση σουνιτών / σιιτών. Με το σουνιτικό μπλοκ (Σαουδική Αραβία, Κατάρ, εμιράτα του Κόλπου αλλά και Τουρκία) να στοιχίζονται με τις Ηνωμένες Πολιτείες και με το Ισραήλ, και από την άλλη υπάρχουν οι σιίτες, με κεντρικό σημείο αναφοράς το Ιράν. Όπως γράφει ο Bernard Haykel, ειδικός για τη Μέση Ανατολή στο Πανεπιστήμιο του Princeton, η σύγκρουση στη Συρία δεν είναι παρά ένας πόλεμος ανάμεσα στην Τεχεράνη και το Ριάντ. Υπάρχει μεγάλη ροή χρημάτων της Σαουδικής Αραβίας προς τους «επαναστάτες» αντικαθεστωτικούς της Συρίας, ενώ από την άλλη η Τουρκία τροφοδοτεί την εξέγερση με έμψυχο υλικό.
Το κεντρικό ζήτημα της εξίσωσης κατά την άποψή μου, θα είναι η προσπάθεια των ΗΠΑ να επεκτείνουν όσο πιο ανατολικά μπορούν την επιρροή τους, και από την άλλη το πόση αντίσταση είναι διατεθειμένη να προβάλλει η Ρωσία του Πούτιν, που διαισθάνεται πως αν χαθούν Συρία και Ιράν, θα βρεθεί κυριολεκτικά περικυκλωμένη. Η Ρωσία δεν θέλει επίσης να χαθεί η, πάντα εκτός ΝΑΤΟ, Κύπρος. Για τη Μόσχα, η Κύπρος είναι ένας κρίκος που τη συνδέει με την Ευρωπαική Ένωση, αλλά και ένα κράτος όπου έχουν επενδυθεί δισεκατομμύρια ρωσικών κεφαλαίων. Και εδώ όμως εγκυμονούνται ανατροπές, με μεγαλύτερη μια πιθανή είσοδο της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, όπως έχει ήδη εξαγγείλει ο (πιθανότατα επόμενος πρόεδρος) Νίκος Αναστασιάδης.
Η κυρίαρχη διάσταση όμως για τη Ρωσία είναι η ενεργειακή, και αυτή υπαγορεύει τις δικές της κινήσεις στην κρίση αυτή. Οι Ρώσοι, με την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον Πούτιν, φαίνεται πως συνειδητοποίησαν στο maximum τις γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές προεκτάσεις της ενεργειακής αυτάρκειας. Για αυτό και αποφάσισαν να επενδύσουν –και πολιτικά- στις πηγές ενέργειας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Αυτό ήταν, ως γνωστόν, προσωπική στρατηγική επιλογή του Βλάντιμιρ Πούτιν.
Το να εγκαταλείψει η Ρωσία λοιπόν το ενεργειακό κέντρο του πλανήτη, παραδίδοντάς το αμαχητί στις ΗΠΑ και τους αμερικανικούς πετρελαικούς κολοσσούς, θα ισοδυναμούσε με πολιτική και οικονομική περιθωριοποίηση για τη Μόσχα. Η οποία οικοδομεί τις δικές της συμμαχίες, με έμφαση στην σινο-ρωσική προσέγγιση, που βασίζεται στην οικονομική ανάπτυξη του Μπλοκ της Σαγκάης. Προσέγγιση που εξηγεί και τον συντονισμό Μόσχας-Πεκίνου στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Το πιθανότερο θα είναι, όταν τελειώσει αυτή η κρίση (προσωπική μου εκτίμηση: βρισκόμαστε μόνο στην αρχή…), να έχουμε νέες ζώνες πολιτικής και οικονομικής επιρροής των μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή.
Ας δούμε τα πράγματα στο τωρινό επίκεντρο της σύγκρουσης, τη Συρία: Το ότι ο Άσαντ δεν πέφτει, παρά τις θριαμβευτικές ανακοινώσεις των δυτικών ΜΜΕ κάθε που ένας Σύρος αξιωματικός αυτομολεί στον νο 1 υποκινητή της εξέγερσης (την Τουρκία), δείχνει πως παρά τις μεθόδους διακυβέρνησης που χρησιμοποιεί, το καθεστώς στη Δαμασκό έχει πάντα τη στήριξη σημαντικής μερίδας του λαού. Ναι, ο Άσαντ δεν έχει σχέση με τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Έχουν όμως η Σαουδική Αραβία και τα εμιράτα του Κόλπου; Είναι πιο δημοκράτες από τον Άσαντ οι ισλαμιστές λεγεωνάριοι του συριακού «απελευθερωτικού» στρατού, που αποκεφαλίζουν χριστιανούς και πολεμούν (εμμίσθως εννοείται) για μια ισλαμική τάξη πραγμάτων στη Μέση Ανατολή; Αυτό που έπαθαν οι ΗΠΑ με τους Αφγανούς Ταλιμπάν και την ισλαμική τρομοκρατία, δίδαξε κάτι; Μάλλον όχι…
Οι Δυτικοί πρέπει να αφήσουν τα φληναφήματα για ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό που συμβαίνει στη Συρία είναι πολιτικό ζήτημα, και μετά ανθρωπιστικό. Που είναι οι ανθρωπιστικές ευαισθησίες για την 38χρονη κατοχή της Κύπρου; Που τώρα όχι απλώς εκτουρκίζεται, αλλά εξισλαμίζεται; Στην κατεχόμενη Κύπρο τα τζαμιά κοντεύουν να γίνουν περισσότερα από τα σπίτια. Στην ελληνική Θράκη το ίδιο.
Η πολιτική κρίση (στη Συρία ή όπου αλλού) απαιτεί πολιτικές προσεγγίσεις και συνεννοήσεις, και όχι μοντέλα επιβολής λύσεων τύπου Γιουγκοσλαβίας και Ιράκ. Είναι κατανοητή η αγωνία όλων των «παικτών» σε μερίδιο ισχύος στην περιοχή. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο για την Πολιτική στην Εγγύς Ανατολή της Ουάσιγκτον (Washington Institute for Near East Policy, WINEP), η λεκάνη της ανατολικής Μεσογείου περιέχει τα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικού αερίου του κόσμου και τα μεγάλο μέρος από αυτά βρίσκεται στη Συρία. Είναι αντιληπτή η προσπάθεια όλων και πολιτική κυριαρχία ή επιρροή, μέσα από τον έλεγχο της ενέργειας.
Το μέλλον της συλλογικής ασφάλειας στον πλανήτη μας, και βεβαίως το πέρασμα σε έναν ειρηνικότερο κόσμο, θα διέλθει τους επόμενους μήνες μέσα από τη γη της Συρίας. Αν ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου εκεί, ολόκληρη η περιοχή θα μπορούσε να χάσει το «δικαίωμα στην ειρήνη». Και να το χάσει για πολύ καιρό. Δεν θα υπάρξουν ενδεχομένως ούτε καν ητημμένοι και νικητές, από την ώρα που οι καταστάσεις καταστούν ανεξέλεγκτες, και με υπαρκτά πυρηνικά οπλοστάσια στην περιοχή.
Για αυτό, θα ωφελούσε κατά την άποψή μου μια καλά προετοιμασμένη και υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, διεθνής διάσκεψη για τη Συρία. Μια διάσκεψη που να συγκληθεί σύντομα, ώστε να σταματήσει η αιματοχυσία, μια διάσκεψη όπου οι μεγάλες δυνάμεις να προσέλθουν με πραγματικά εποικοδομητικό πνεύμα και όχι για το θεαθήναι. Μιλάμε για μια διαδικασία προς την ειρήνευση, που απαιτεί ένα minimum καλής θέλησης και ειλικρινούς διάθεσης να αποφύγουμε το χειρότερο: Έναν γενικευμένο πόλεμο στην Μέση Ανατολή και την ανατολική Μεσόγειο.
Αν περάσουμε στα καθ’ ημάς, το ερώτημα που προκύπτει είναι τι πράττουμε εμείς, ως Ελλάδα και Κύπρος, αφ΄ ενός για να συμβάλλουμε όσο μπορούμε στην σταθερότητα της περιοχής, και αφ’ ετέρου για να προωθήσουμε και κατοχυρώσουμε όσο πιο γερά μπορούμε το κοινό εθνικό μας συμφέρον, μέσα σε ένα τέτοιο ρευστό περιβάλλον. Η οικονομική κρίση, με την Ελλάδα εντός ΔΝΤ και τη Κύπρο στον προθάλαμο, προσφέρει το καλύτερο άλλοθι στους πολιτικούς κήνσορες του αθηναικού μικροελλαδισμού, ώστε να συνεχιστεί η εξωτερική πολιτική του τίποτα και του πουθενά. Η Ελλάδα απέχει και η Κύπρος «είναι πάντα μακριά», την ώρα που μια εμπλοκή της Αθήνας στο ενεργειακό πεδίο θα βοηθούσε μεσοπρόθεσμα την παραπαίουσα ελληνική οικονομία. Παρά την οικονομική κρίση, η Ελλάδα θα μπορούσε να συνεισφέρει, δια του Πολεμικού Ναυτικού, και από κοινού με το Ισραήλ, στην ασφάλεια των κυπριακών κοιτασμάτων, λαμβάνοντας δικαιώματα έρευνας-εκμετάλλευσης σε ένα ή δύο θαλάσσια οικόπεδα, μια ιδέα που στη Λευκωσία γίνεται όλο και πιο δημοφιλής.
Δεν μπορεί όλοι να είναι παρόντες, δια των στόλων τους και όχι μόνο, πέριξ της Κύπρου, και να απέχει η Ελλάδα, φυσικός και ηθικός (υποτίθεται…) εγγυητής της εθνικής επιβίωσης 800.000 Ελλήνων της Κύπρου. Σήμερα αυτό που συμβαίνει είναι η πλήρης απουσία της Ελλάδος από την ανατολική Μεσόγειο, και ας μην επικαλεστούν τα εν Αθήναις ηττοπαθή μυαλά την οικονομικλή κρίση. Η Τουρκία, πριν κάποια χρόνια, ήταν βυθισμένη στη δίνη οξείας οικονομικής (και πολιτικής) κρίσης, ουδέποτε όμως έκανε βήμα πίσω από τις προτεραιότητές της στην εξωτερική πολιτική.
Την ώρα που αναδιαμορφώνεται ο χάρτης της περιοχής, την ώρα που οι Τούρκοι παλεύουν με λύσσα να ακυρώσουν την μέσω ενέργειας γεωστρατηγική αναβάθμιση της Κύπρου, υπάρχουν τρόποι και δρόμοι να γίνουν κάποια έστω πράγματα. Ελλάδα και Κύπρος οφείλουν να κινηθούν ως παράγοντες σταθερότητας, την ώρα που η Τουρκία επιτελεί τον ακριβώς αντίθετο ρόλο (ας μην ξεχνάμε πως η τουρκική επικράτεια είναι το σημείο συντονισμού και εξόρμησης των «επαναστατών», που συμπτωματικά είναι οι ίδιοι, χθες στη Λιβύη, σήμερα στη Συρία, αύριο μήπως στην ελληνική Θράκη;).
Η Αθήνα οφείλει να δείξει σε Ουάσινγκτον, Βρυξέλλες και Μόσχα πως μπορεί να αποδειχθεί πιο αξιόπιστος και σταθερός εταίρος από την Άγκυρα, και η ελληνική (ελλαδική και κυπριακή) διπλωματία πρέπει να ανοίξουν διαύλους προς όλους.
-Προς τις ΗΠΑ, που εκ της θέσης τους θα διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό, ενδεχομένως και ηγεμονικό, ρόλο στην κρίση αυτή.
-Προς τη Ρωσία, η οποία επιθυμεί τη διατήρηση των ερεισμάτων της, αλλά δεν θέλει την αραβική άνοιξη να μεταπέσει σε ισλαμικό χειμώνα με τουρκικές χιονοστιβάδες.
-Προς το Ισραήλ, εμβαθύνοντας στην στρατιωτική συνεργασία και κρατώντας τους Τούρκους μακριά από τον άξονα Αθήνα-Λευκωσία-Ιερουσαλήμ.
-Προς τη Γαλλία, η οποία θεωρεί την ανατολική Μεσόγειο ως ιστορική σφαίρα επιρροής της και θέλει να διαδραματίσει κάποιο ενισχυμένο ρόλο στο άμεσο μέλλον.
Η κρίση αυτή, αν δεν καταλήξει σε πόλεμο, θα μεταλλάξει τις απειλές σε ευκαιρίες. Και μερίδιο στην αύξηση της ισχύος και της παρουσίας τους, θα διεκδικήσουν όλοι. Δεν πρέπει επ’ ουδενί, λόγω των τραγικών σημερινών οικονομικών αδιεξόδων, να φθάσουμε σε ενεργειακή αποκοπή από την Κύπρο, να δεχθούμε παραίτηση από τον φυσικό μας πλούτο και τα δίκαιά μας, να καταλήξουμε εν τέλει σε μια πλήρη γεωστρατηγική έκλειψη της Ελλάδος από την ανατολική Μεσόγειο.
http://www.elkeda.gr/
Του Σταύρου Καρκαλέτση
Και, αν στις δεκαετίες του ΄60 και του ΄70, ως γεωστρατηγικό κέντρο του τότε ψυχροπολεμικού κόσμου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το διχοτομημένο Βερολίνο (και διασταλτικά τα σύνορα δυτικής και κομμουνιστικής Ευρώπης), σήμερα ο πλέον ζωτικός χώρος είναι ολόκληρη η περιοχή από την Κρήτη μέχρι την Κασπία. Με πλέον θερμό σημείο, την σπαρασσόμενη Συρία σήμερα, αργότερα το Ιράν, ίσως όμως και τη θάλασσα της Κύπρου, αφού η Τουρκία κανείς δεν γνωρίζει μέχρι που σκοπεύει να το πάει. Το «κέντρο βάρους» του κόσμου μας άλλαξε λοιπόν, διότι πολύ απλά με την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, και με το πέρασμα όλων των παλιών δορυφόρων της Σοβιετικής Ένωσης στην δυτική σφαίρα, το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ επέκτειναν δραματικά την επιρροή τους προς ανατολάς, στερώντας τη Ρωσία από τα κράτη-προφυλακές της. Η Πολωνία είναι ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα. Σήμερα, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, έχοντας προσδέσει την κεντρική Ευρώπη στο άρμα τους, επελαύνουν στην ανατολική Μεσόγειο και προς τον Περσικό Κόλπο. Αφ’ ενός για να διεισδύσουν και να ελέγξουν την ενεργειακή καρδιά του πλανήτη, που στον νέο χάρτη ξεκινά από την θάλασσα της Λεμεσσού και την πλατφόρμα της «Noble», και καταλήγει στο Αζερμπαιτζάν και την Κασπία. Αφ΄ ετέρου, για να απομονώσουν και από το νότο τη Ρωσία (όπως έκαναν στην κεντρική Ευρώπη τη δεκαετία του 1990) κα να «μπουν σφήνα» στην καρδιά της Ευρασίας, εκεί που συναντώνται γεωστρατηγικά Ρωσία και Κίνα.
Βρισκόμαστε σε μια μετάβαση στο νέο status, με εντεινόμενο τον συλλογικό φόβο του να εισέλθουμε σε μια περίοδο γεωπολιτικών αναταραχών, ενδεχομένως και μέσα από μια γενικευμένη σύρραξη. Αυτή η σύγκρουση αφορά τα συμφέροντα ή/και τις επιδιώξεις όλων: Των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ρωσίας, της ΕΕ, της Κίνας, του Ισραήλ. Και με την Τουρκία στον συνήθη ρόλο: Καραδοκούσα και πάντα αναθεωρητική, πλήν όμως τώρα και σε ισλαμικές αποχρώσεις.
Η μια ανάγνωση λοιπόν, θέλει το κλασσικό συγκρουσιακό σχήμα ΗΠΑ-Ρωσίας να αναβιώνει, και από κάτω να υπάρχουν οι επιμέρους διαμάχες: Ισραήλ εναντίον Ιράν, Τουρκία εναντίον Συρίας, Ισραήλ εναντίον Τουρκίας, Τουρκία κατά Κύπρου και Ελλάδος, Αρμενία εναντίον Αζερμπαιτζάν, Σαουδική Αραβία κατά Ιράν και πάει λέγοντας. Εκρηκτικό πράγματι μείγμα πολλαπλών πιθανών συγκρούσεων, ακόμα και θερμών.
Υπάρχει στην συγκρουσιακή εξίσωση και η θρησκευτική διάσταση: Επιδεινώνεται επικίνδυνα η σύγκρουση σουνιτών / σιιτών. Με το σουνιτικό μπλοκ (Σαουδική Αραβία, Κατάρ, εμιράτα του Κόλπου αλλά και Τουρκία) να στοιχίζονται με τις Ηνωμένες Πολιτείες και με το Ισραήλ, και από την άλλη υπάρχουν οι σιίτες, με κεντρικό σημείο αναφοράς το Ιράν. Όπως γράφει ο Bernard Haykel, ειδικός για τη Μέση Ανατολή στο Πανεπιστήμιο του Princeton, η σύγκρουση στη Συρία δεν είναι παρά ένας πόλεμος ανάμεσα στην Τεχεράνη και το Ριάντ. Υπάρχει μεγάλη ροή χρημάτων της Σαουδικής Αραβίας προς τους «επαναστάτες» αντικαθεστωτικούς της Συρίας, ενώ από την άλλη η Τουρκία τροφοδοτεί την εξέγερση με έμψυχο υλικό.
Το κεντρικό ζήτημα της εξίσωσης κατά την άποψή μου, θα είναι η προσπάθεια των ΗΠΑ να επεκτείνουν όσο πιο ανατολικά μπορούν την επιρροή τους, και από την άλλη το πόση αντίσταση είναι διατεθειμένη να προβάλλει η Ρωσία του Πούτιν, που διαισθάνεται πως αν χαθούν Συρία και Ιράν, θα βρεθεί κυριολεκτικά περικυκλωμένη. Η Ρωσία δεν θέλει επίσης να χαθεί η, πάντα εκτός ΝΑΤΟ, Κύπρος. Για τη Μόσχα, η Κύπρος είναι ένας κρίκος που τη συνδέει με την Ευρωπαική Ένωση, αλλά και ένα κράτος όπου έχουν επενδυθεί δισεκατομμύρια ρωσικών κεφαλαίων. Και εδώ όμως εγκυμονούνται ανατροπές, με μεγαλύτερη μια πιθανή είσοδο της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, όπως έχει ήδη εξαγγείλει ο (πιθανότατα επόμενος πρόεδρος) Νίκος Αναστασιάδης.
Η κυρίαρχη διάσταση όμως για τη Ρωσία είναι η ενεργειακή, και αυτή υπαγορεύει τις δικές της κινήσεις στην κρίση αυτή. Οι Ρώσοι, με την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον Πούτιν, φαίνεται πως συνειδητοποίησαν στο maximum τις γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές προεκτάσεις της ενεργειακής αυτάρκειας. Για αυτό και αποφάσισαν να επενδύσουν –και πολιτικά- στις πηγές ενέργειας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Αυτό ήταν, ως γνωστόν, προσωπική στρατηγική επιλογή του Βλάντιμιρ Πούτιν.
Το να εγκαταλείψει η Ρωσία λοιπόν το ενεργειακό κέντρο του πλανήτη, παραδίδοντάς το αμαχητί στις ΗΠΑ και τους αμερικανικούς πετρελαικούς κολοσσούς, θα ισοδυναμούσε με πολιτική και οικονομική περιθωριοποίηση για τη Μόσχα. Η οποία οικοδομεί τις δικές της συμμαχίες, με έμφαση στην σινο-ρωσική προσέγγιση, που βασίζεται στην οικονομική ανάπτυξη του Μπλοκ της Σαγκάης. Προσέγγιση που εξηγεί και τον συντονισμό Μόσχας-Πεκίνου στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Το πιθανότερο θα είναι, όταν τελειώσει αυτή η κρίση (προσωπική μου εκτίμηση: βρισκόμαστε μόνο στην αρχή…), να έχουμε νέες ζώνες πολιτικής και οικονομικής επιρροής των μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή.
Ας δούμε τα πράγματα στο τωρινό επίκεντρο της σύγκρουσης, τη Συρία: Το ότι ο Άσαντ δεν πέφτει, παρά τις θριαμβευτικές ανακοινώσεις των δυτικών ΜΜΕ κάθε που ένας Σύρος αξιωματικός αυτομολεί στον νο 1 υποκινητή της εξέγερσης (την Τουρκία), δείχνει πως παρά τις μεθόδους διακυβέρνησης που χρησιμοποιεί, το καθεστώς στη Δαμασκό έχει πάντα τη στήριξη σημαντικής μερίδας του λαού. Ναι, ο Άσαντ δεν έχει σχέση με τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Έχουν όμως η Σαουδική Αραβία και τα εμιράτα του Κόλπου; Είναι πιο δημοκράτες από τον Άσαντ οι ισλαμιστές λεγεωνάριοι του συριακού «απελευθερωτικού» στρατού, που αποκεφαλίζουν χριστιανούς και πολεμούν (εμμίσθως εννοείται) για μια ισλαμική τάξη πραγμάτων στη Μέση Ανατολή; Αυτό που έπαθαν οι ΗΠΑ με τους Αφγανούς Ταλιμπάν και την ισλαμική τρομοκρατία, δίδαξε κάτι; Μάλλον όχι…
Οι Δυτικοί πρέπει να αφήσουν τα φληναφήματα για ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό που συμβαίνει στη Συρία είναι πολιτικό ζήτημα, και μετά ανθρωπιστικό. Που είναι οι ανθρωπιστικές ευαισθησίες για την 38χρονη κατοχή της Κύπρου; Που τώρα όχι απλώς εκτουρκίζεται, αλλά εξισλαμίζεται; Στην κατεχόμενη Κύπρο τα τζαμιά κοντεύουν να γίνουν περισσότερα από τα σπίτια. Στην ελληνική Θράκη το ίδιο.
Η πολιτική κρίση (στη Συρία ή όπου αλλού) απαιτεί πολιτικές προσεγγίσεις και συνεννοήσεις, και όχι μοντέλα επιβολής λύσεων τύπου Γιουγκοσλαβίας και Ιράκ. Είναι κατανοητή η αγωνία όλων των «παικτών» σε μερίδιο ισχύος στην περιοχή. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο για την Πολιτική στην Εγγύς Ανατολή της Ουάσιγκτον (Washington Institute for Near East Policy, WINEP), η λεκάνη της ανατολικής Μεσογείου περιέχει τα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικού αερίου του κόσμου και τα μεγάλο μέρος από αυτά βρίσκεται στη Συρία. Είναι αντιληπτή η προσπάθεια όλων και πολιτική κυριαρχία ή επιρροή, μέσα από τον έλεγχο της ενέργειας.
Το μέλλον της συλλογικής ασφάλειας στον πλανήτη μας, και βεβαίως το πέρασμα σε έναν ειρηνικότερο κόσμο, θα διέλθει τους επόμενους μήνες μέσα από τη γη της Συρίας. Αν ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου εκεί, ολόκληρη η περιοχή θα μπορούσε να χάσει το «δικαίωμα στην ειρήνη». Και να το χάσει για πολύ καιρό. Δεν θα υπάρξουν ενδεχομένως ούτε καν ητημμένοι και νικητές, από την ώρα που οι καταστάσεις καταστούν ανεξέλεγκτες, και με υπαρκτά πυρηνικά οπλοστάσια στην περιοχή.
Για αυτό, θα ωφελούσε κατά την άποψή μου μια καλά προετοιμασμένη και υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, διεθνής διάσκεψη για τη Συρία. Μια διάσκεψη που να συγκληθεί σύντομα, ώστε να σταματήσει η αιματοχυσία, μια διάσκεψη όπου οι μεγάλες δυνάμεις να προσέλθουν με πραγματικά εποικοδομητικό πνεύμα και όχι για το θεαθήναι. Μιλάμε για μια διαδικασία προς την ειρήνευση, που απαιτεί ένα minimum καλής θέλησης και ειλικρινούς διάθεσης να αποφύγουμε το χειρότερο: Έναν γενικευμένο πόλεμο στην Μέση Ανατολή και την ανατολική Μεσόγειο.
Αν περάσουμε στα καθ’ ημάς, το ερώτημα που προκύπτει είναι τι πράττουμε εμείς, ως Ελλάδα και Κύπρος, αφ΄ ενός για να συμβάλλουμε όσο μπορούμε στην σταθερότητα της περιοχής, και αφ’ ετέρου για να προωθήσουμε και κατοχυρώσουμε όσο πιο γερά μπορούμε το κοινό εθνικό μας συμφέρον, μέσα σε ένα τέτοιο ρευστό περιβάλλον. Η οικονομική κρίση, με την Ελλάδα εντός ΔΝΤ και τη Κύπρο στον προθάλαμο, προσφέρει το καλύτερο άλλοθι στους πολιτικούς κήνσορες του αθηναικού μικροελλαδισμού, ώστε να συνεχιστεί η εξωτερική πολιτική του τίποτα και του πουθενά. Η Ελλάδα απέχει και η Κύπρος «είναι πάντα μακριά», την ώρα που μια εμπλοκή της Αθήνας στο ενεργειακό πεδίο θα βοηθούσε μεσοπρόθεσμα την παραπαίουσα ελληνική οικονομία. Παρά την οικονομική κρίση, η Ελλάδα θα μπορούσε να συνεισφέρει, δια του Πολεμικού Ναυτικού, και από κοινού με το Ισραήλ, στην ασφάλεια των κυπριακών κοιτασμάτων, λαμβάνοντας δικαιώματα έρευνας-εκμετάλλευσης σε ένα ή δύο θαλάσσια οικόπεδα, μια ιδέα που στη Λευκωσία γίνεται όλο και πιο δημοφιλής.
Δεν μπορεί όλοι να είναι παρόντες, δια των στόλων τους και όχι μόνο, πέριξ της Κύπρου, και να απέχει η Ελλάδα, φυσικός και ηθικός (υποτίθεται…) εγγυητής της εθνικής επιβίωσης 800.000 Ελλήνων της Κύπρου. Σήμερα αυτό που συμβαίνει είναι η πλήρης απουσία της Ελλάδος από την ανατολική Μεσόγειο, και ας μην επικαλεστούν τα εν Αθήναις ηττοπαθή μυαλά την οικονομικλή κρίση. Η Τουρκία, πριν κάποια χρόνια, ήταν βυθισμένη στη δίνη οξείας οικονομικής (και πολιτικής) κρίσης, ουδέποτε όμως έκανε βήμα πίσω από τις προτεραιότητές της στην εξωτερική πολιτική.
Την ώρα που αναδιαμορφώνεται ο χάρτης της περιοχής, την ώρα που οι Τούρκοι παλεύουν με λύσσα να ακυρώσουν την μέσω ενέργειας γεωστρατηγική αναβάθμιση της Κύπρου, υπάρχουν τρόποι και δρόμοι να γίνουν κάποια έστω πράγματα. Ελλάδα και Κύπρος οφείλουν να κινηθούν ως παράγοντες σταθερότητας, την ώρα που η Τουρκία επιτελεί τον ακριβώς αντίθετο ρόλο (ας μην ξεχνάμε πως η τουρκική επικράτεια είναι το σημείο συντονισμού και εξόρμησης των «επαναστατών», που συμπτωματικά είναι οι ίδιοι, χθες στη Λιβύη, σήμερα στη Συρία, αύριο μήπως στην ελληνική Θράκη;).
Η Αθήνα οφείλει να δείξει σε Ουάσινγκτον, Βρυξέλλες και Μόσχα πως μπορεί να αποδειχθεί πιο αξιόπιστος και σταθερός εταίρος από την Άγκυρα, και η ελληνική (ελλαδική και κυπριακή) διπλωματία πρέπει να ανοίξουν διαύλους προς όλους.
-Προς τις ΗΠΑ, που εκ της θέσης τους θα διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό, ενδεχομένως και ηγεμονικό, ρόλο στην κρίση αυτή.
-Προς τη Ρωσία, η οποία επιθυμεί τη διατήρηση των ερεισμάτων της, αλλά δεν θέλει την αραβική άνοιξη να μεταπέσει σε ισλαμικό χειμώνα με τουρκικές χιονοστιβάδες.
-Προς το Ισραήλ, εμβαθύνοντας στην στρατιωτική συνεργασία και κρατώντας τους Τούρκους μακριά από τον άξονα Αθήνα-Λευκωσία-Ιερουσαλήμ.
-Προς τη Γαλλία, η οποία θεωρεί την ανατολική Μεσόγειο ως ιστορική σφαίρα επιρροής της και θέλει να διαδραματίσει κάποιο ενισχυμένο ρόλο στο άμεσο μέλλον.
Η κρίση αυτή, αν δεν καταλήξει σε πόλεμο, θα μεταλλάξει τις απειλές σε ευκαιρίες. Και μερίδιο στην αύξηση της ισχύος και της παρουσίας τους, θα διεκδικήσουν όλοι. Δεν πρέπει επ’ ουδενί, λόγω των τραγικών σημερινών οικονομικών αδιεξόδων, να φθάσουμε σε ενεργειακή αποκοπή από την Κύπρο, να δεχθούμε παραίτηση από τον φυσικό μας πλούτο και τα δίκαιά μας, να καταλήξουμε εν τέλει σε μια πλήρη γεωστρατηγική έκλειψη της Ελλάδος από την ανατολική Μεσόγειο.
http://www.elkeda.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου