Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012

Οι Δυτικοί μύθοι και η πραγματικότητα για τη Συρία


 Ο πολιτικός αναλυτής Αντρανίκ Μιγκρανιάν παραθέτει τους μύθους που καλλιεργεί η Δύση για τη στάση της Ρωσίας στο θέμα της Συρίας. Πολύ περισσότερο, εξηγεί γιατί η Δύση οδηγεί την κατάσταση σε αιματηρό αδιέξοδο.

Πρόσφατα στην Ουάσιγκτον οργανώθηκε από το Ινστιτούτο Δημοκρατίας και Συνεργασίας της Νέας Υόρκης, καθώς και το Κέντρο Εθνικού Ενδιαφέροντος της Ουάσιγκτον, ένα συνέδριο, το οποίο συνέπεσε χρονικά με τη Σύνοδο Κορυφής της G20 στο Λος Κάμπος και τη συνάντηση των προέδρων Πούτιν και Ομπάμα. Εκεί, άκουσα για μια ακόμη φορά τους Αμερικανούς συναδέλφους μου να εκφράζουν την άποψη της Δύσης, και ιδιαίτερα των ΗΠΑ, για τα τεκταινόμενα στη Συρία, και να δίνουν διάφορες ερμηνείες όσον αφορά τη θέση της Ρωσίας στο θέμα αυτό.

Καταρχήν, να σημειωθεί ότι στους Δυτικούς πολιτικούς και διπλωματικούς κύκλους, αλλά και στη Δυτική κοινή γνώμη, έχουν καλλιεργηθεί πολλοί μύθοι σχετικά με το τι συμβαίνει στη Συρία.
 

Οι Δυτικοί μύθοι
 

Ο πρώτος μύθος έχει να κάνει με τη μονόπλευρη κάλυψη των γεγονότων στη Συρία από τα δυτικά ΜΜΕ. Γεγονός που έχει οδηγήσει την κοινή γνώμη, αλλά και έναν αριθμό διπλωματών στη Δύση, να διαμορφώσουν την πεποίθηση πως το σύνολο της συριακής κοινωνίας έχει ταχθεί εναντίον του Μπασάρ Άσαντ και απαιτεί την αποχώρησή του από την εξουσία. Στην πραγματικότητα, ο Άσαντ έχει τη στήριξη σημαντικού μέρους του πληθυσμού της χώρας. Επιπλέον, έχει την υποστήριξη των εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων και βασίζεται στην ισχύ του -πολυάριθμου και καλά εξοπλισμένου για τα δεδομένα της Μ.Ανατολής- συριακού στρατού.
 

Ο δεύτερος μύθος, ιδιαίτερα διαδεδομένος στους κύκλους των πολιτικών και των αναλυτών, είναι ότι ο Άσαντ εξαρτάται πλήρως από τη Ρωσία και την Κίνα. Ιδιαίτερα, δε, από τη Μόσχα, η οποία αν το θελήσει μπορεί να τον αναγκάσει σε αποχώρηση. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο Άσαντ έχει τα δικά του στηρίγματα. Η εξάρτησή του από τη Ρωσία δεν έχει κρίσιμη σημασία, τουλάχιστον την παρούσα στιγμή. Ο Σύρος πρόεδρος εκπροσωπεί στη συριακή κοινωνία τεράστια πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα πολλών ομάδων με επιρροή, και δεν είναι τόσο απλό να εγκαταλείψει τη θέση του, ακόμη και αν ο ίδιος το ήθελε. Πόσο μάλλον, επειδή θα του το ζητούσε η Μόσχα.
 

Πρόταση για «ρωσικό πραξικόπημα»
 

Στη διάρκεια του σεμιναρίου ορισμένοι από τους Αμερικανούς που συμμετείχαν έφτασαν να εκφράσουν την άποψη ότι η Ρωσία θα πρέπει να οργανώσει ένα στρατιωτικό πραξικόπημα χρησιμοποιώντας την επιρροή και τις διασυνδέσεις της στην ηγεσία του συριακού στρατού και κατ’ αυτό τον τρόπο να δώσει τη λύση στο πρόβλημα αυτό, το οποίο σήμερα έχει εξελιχθεί σε πέτρα του σκανδάλου ανάμεσα στη Ρωσία και τις Δυτικές χώρες. Ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ. Μάλιστα, ένας από τους μετέχοντες στο σεμινάριο που κατέχει υψηλή θέση σε κάποια από τις υπηρεσίες ασφαλείας των ΗΠΑ, ανέφερε ότι η αμερικανική κυβέρνηση προέβη σε ανάλογες προτάσεις προς τη ρωσική ηγεσία.
 



Είναι προφανές ότι αυτοί που κάνουν τέτοιες προτάσεις στη Μόσχα δεν κατανοούν ότι:
 

1.Οι σχέσεις μεταξύ Μόσχας και Δαμασκού δεν είναι οι ίδιες με αυτές ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Κάιρο. Στην Αίγυπτο, ύστερα από απαίτηση των αμερικανών στρατιωτικών και του Πενταγώνου, οι αιγύπτιοι στρατηγοί στην ουσία έκαναν πραξικόπημα και ανέτρεψαν τον Μουμπάρακ. Οι αιγύπτιοι στρατηγοί από τον καιρό των συμφωνιών του Καμπ Ντέιβιντ λαμβάνουν ετησίως από την Ουάσιγκτον κονδύλια δισεκατομμυρίων δολαρίων και γι’ αυτό ανταποκρίνονται άμεσα στις επιθυμίες της τελευταίας.
 

2.Δεν υπάρχουν κατά του Άσαντ οι μαζικές διαδηλώσεις που θα παρέλυαν την πολιτική ζωή στη Δαμασκό, όπως δεν υπάρχει και διάσπαση στους στρατιωτικούς κύκλους.
 

3.Το σημαντικότερο είναι ότι η Ρωσία δεν διαμορφώνει τη θέση της όσον αφορά τα γεγονότα σε κάποια άλλη χώρα εστιάζοντας συγκεκριμένα στον ηγέτη της χώρας, με άλλα λόγια, δεν προσωποποιεί το πρόβλημα.
 

Να βγάλουν διδάγματα οι ΗΠΑ
 

Επιπλέον, στη συριακή κρίση η ρωσική πλευρά προσπαθεί να απευθύνει έκκληση προς τους Δυτικούς εταίρους της να διδαχθούν από αυτά που έχουν ήδη συμβεί σε άλλες χώρες κατά τη διάρκεια της «αραβικής Ανοιξης». Ο καγκελάριος Βίσμαρκ έλεγε ότι «μόνο ένας ανόητος διδάσκεται από τα δικά του λάθη, ενώ ο έξυπνος διδάσκεται από τα λάθη των άλλων». Δυστυχώς όμως, στην περίπτωση του συριακού προβλήματος πρέπει να ειπωθεί ότι οι εταίροι μας Αμερικάνοι αρνούνται να διδαχτούν ακόμη και από τα ίδια τα λάθη τους.
 

Όταν στις αρχές του 2011 άρχισαν στην Αίγυπτο οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που οδήγησαν στην ανατροπή του καθεστώτος Μουμπάρακ, είχα γράψει το Φεβρουάριο στο περιοδικό «The National Interest» ότι αν τελικά ανατραπεί ο Μουμπάρακ, στην εξουσία δεν θα ανέλθουν άνθρωποι της Google και της Microsoft μαζί με φιλελεύθερους σαν τον Αλ Μπαραντέι και άλλους, αλλά ότι κατά πάσα πιθανότητα οι επαναστατικές διεργασίες θα οδηγήσουν δε δύο πιθανά αποτελέσματα: Σε στρατιωτική δικτατορία ή κατάληψη της εξουσίας από ριζοσπάστες ισλαμιστές. Και να που την περασμένη Κυριακή, στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, νικητής αναδείχτηκε ο προερχόμενος από τα «Αδέλφια μουσουλμάνους» Μοχάμεντ Μουρσί.
 

Πυριτιδαποθήκη
 

Έτσι λοιπόν, όταν η ρωσική πλευρά αντιτίθεται στις απαιτήσεις της Δύσης για άμεση αποχώρηση του Άσαντ, αυτό δεν σημαίνει ότι εκφράζει κάποια εμμονή ότι ο Άσαντ πρέπει να παραμείνει οπωσδήποτε στην εξουσία. Η ρωσική πλευρά απλώς προσπαθεί ώστε να υπάρξει ένας συγκεκριμένος έλεγχος σε αυτές τις διαδικασίες προκειμένου να αποφευχθεί η επέκταση της βίας, του χάους και της ακυβερνησίας. Η Συρία βρίσκεται στο πιο ευαίσθητο σημείο της Μέσης Ανατολής και όσα συμβαίνουν εκεί μπορούν με ευκολία να εξαπλωθούν στο Λίβανο και στο Ιράκ. Μπορούν να εμπλέξουν στη σύγκρουση αυτή το Ιράν, την Τουρκία, το Ισραήλ. Πρόκειται δηλαδή για μια πυριτιδαποθήκη, και απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή ώστε να μη χυθεί λάδι στη φωτιά. Και ασφαλώς, εξαιρετικά σημαντικό είναι η διαδικασία αυτή να προχωρήσει μέσα στα Συνταγματικά πλαίσια. Εάν ωστόσο αλλάξει η ηγεσία, τότε αυτή δεν θα πρέπει να διαιρέσει το λαό σε χαμένους και κερδισμένους.
 

Εδώ λοιπόν ερχόμαστε στο πιο σημαντικό θέμα πάνω στο οποίο θέλησα να επιστήσω την προσοχή των Αμερικανών που μετείχαν στο σεμινάριο: Παράδοξο ή όχι, δεν είναι η Ρωσία, αλλά οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους που με τις ενέργειές τους επιτείνουν τη βία, το χάος και την ακυβερνησία σε αυτή την περιοχή. Επιλέγοντας μια μονόπλευρη στάση εμμονής στην αποχώρηση του Άσαντ, συμβάλλουν στη διαμόρφωση μεγαλύτερων προσδοκιών και απαιτήσεων από την πλευρά των ένοπλων αντικαθεστωτικών. Οι τελευταίοι, έχοντας ως οδηγό τα όσα συνέβησαν στη Λιβύη, σκληραίνουν τις απαιτήσεις τους απέναντι στο καθεστώς και δεν πάνε σε διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση, προκειμένου να επιδιώξουν έναν συμβιβασμό.
 

Η αντιπολίτευση απαιτεί από τους Δυτικούς προστάτες της και τους συμμάχους της στην περιοχή μια ξένη επέμβαση και τη βίαιη ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η Δύση, χωρίς να προτείνει πολιτική και διπλωματική λύση στο πρόβλημα, χωρίς να καταθέτει εναλλακτικές λύσεις στο σχέδιο Ανάν, το οποίο στηρίζει η Ρωσία, είναι συνυπεύθυνη στην περαιτέρω κλιμάκωση της σύγκρουσης.
 

Προκαλεί κάποια αισιοδοξία το γεγονός ότι στην κοινή δήλωση των προέδρων Πούτιν και Ομπάμα μετά τη συνάντησή τους Λος Κάμπος, αναφέρεται ότι οι δυο πλευρές υποστηρίζουν τις προσπάθειες του Κόφι Ανάν και επιθυμούν η λύση στο πρόβλημα να προέλθει από τον συριακό λαό μέσα από μια ειρηνική διαπραγματευτική διαδικασία με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων μερών. Το αν θα υλοποιηθούν αυτά που αναφέρονται στη δήλωση κατά τη διάρκεια της διεθνούς διάσκεψης για τη Συρία, την οποία πρότεινε η Ρωσία, θα το δείξει ο χρόνος.
 
 Ο πολιτικός αναλυτής Αντρανίκ Μιγκρανιάν παραθέτει τους μύθους που καλλιεργεί η Δύση για τη στάση της Ρωσίας στο θέμα της Συρίας. Πολύ περισσότερο, εξηγεί γιατί η Δύση οδηγεί την κατάσταση σε αιματηρό αδιέξοδο.

Πρόσφατα στην Ουάσιγκτον οργανώθηκε από το Ινστιτούτο Δημοκρατίας και Συνεργασίας της Νέας Υόρκης, καθώς και το Κέντρο Εθνικού Ενδιαφέροντος της Ουάσιγκτον, ένα συνέδριο, το οποίο συνέπεσε χρονικά με τη Σύνοδο Κορυφής της G20 στο Λος Κάμπος και τη συνάντηση των προέδρων Πούτιν και Ομπάμα. Εκεί, άκουσα για μια ακόμη φορά τους Αμερικανούς συναδέλφους μου να εκφράζουν την άποψη της Δύσης, και ιδιαίτερα των ΗΠΑ, για τα τεκταινόμενα στη Συρία, και να δίνουν διάφορες ερμηνείες όσον αφορά τη θέση της Ρωσίας στο θέμα αυτό.

Καταρχήν, να σημειωθεί ότι στους Δυτικούς πολιτικούς και διπλωματικούς κύκλους, αλλά και στη Δυτική κοινή γνώμη, έχουν καλλιεργηθεί πολλοί μύθοι σχετικά με το τι συμβαίνει στη Συρία.
 

Οι Δυτικοί μύθοι
 

Ο πρώτος μύθος έχει να κάνει με τη μονόπλευρη κάλυψη των γεγονότων στη Συρία από τα δυτικά ΜΜΕ. Γεγονός που έχει οδηγήσει την κοινή γνώμη, αλλά και έναν αριθμό διπλωματών στη Δύση, να διαμορφώσουν την πεποίθηση πως το σύνολο της συριακής κοινωνίας έχει ταχθεί εναντίον του Μπασάρ Άσαντ και απαιτεί την αποχώρησή του από την εξουσία. Στην πραγματικότητα, ο Άσαντ έχει τη στήριξη σημαντικού μέρους του πληθυσμού της χώρας. Επιπλέον, έχει την υποστήριξη των εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων και βασίζεται στην ισχύ του -πολυάριθμου και καλά εξοπλισμένου για τα δεδομένα της Μ.Ανατολής- συριακού στρατού.
 

Ο δεύτερος μύθος, ιδιαίτερα διαδεδομένος στους κύκλους των πολιτικών και των αναλυτών, είναι ότι ο Άσαντ εξαρτάται πλήρως από τη Ρωσία και την Κίνα. Ιδιαίτερα, δε, από τη Μόσχα, η οποία αν το θελήσει μπορεί να τον αναγκάσει σε αποχώρηση. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο Άσαντ έχει τα δικά του στηρίγματα. Η εξάρτησή του από τη Ρωσία δεν έχει κρίσιμη σημασία, τουλάχιστον την παρούσα στιγμή. Ο Σύρος πρόεδρος εκπροσωπεί στη συριακή κοινωνία τεράστια πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα πολλών ομάδων με επιρροή, και δεν είναι τόσο απλό να εγκαταλείψει τη θέση του, ακόμη και αν ο ίδιος το ήθελε. Πόσο μάλλον, επειδή θα του το ζητούσε η Μόσχα.
 

Πρόταση για «ρωσικό πραξικόπημα»
 

Στη διάρκεια του σεμιναρίου ορισμένοι από τους Αμερικανούς που συμμετείχαν έφτασαν να εκφράσουν την άποψη ότι η Ρωσία θα πρέπει να οργανώσει ένα στρατιωτικό πραξικόπημα χρησιμοποιώντας την επιρροή και τις διασυνδέσεις της στην ηγεσία του συριακού στρατού και κατ’ αυτό τον τρόπο να δώσει τη λύση στο πρόβλημα αυτό, το οποίο σήμερα έχει εξελιχθεί σε πέτρα του σκανδάλου ανάμεσα στη Ρωσία και τις Δυτικές χώρες. Ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ. Μάλιστα, ένας από τους μετέχοντες στο σεμινάριο που κατέχει υψηλή θέση σε κάποια από τις υπηρεσίες ασφαλείας των ΗΠΑ, ανέφερε ότι η αμερικανική κυβέρνηση προέβη σε ανάλογες προτάσεις προς τη ρωσική ηγεσία.
 



Είναι προφανές ότι αυτοί που κάνουν τέτοιες προτάσεις στη Μόσχα δεν κατανοούν ότι:
 

1.Οι σχέσεις μεταξύ Μόσχας και Δαμασκού δεν είναι οι ίδιες με αυτές ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Κάιρο. Στην Αίγυπτο, ύστερα από απαίτηση των αμερικανών στρατιωτικών και του Πενταγώνου, οι αιγύπτιοι στρατηγοί στην ουσία έκαναν πραξικόπημα και ανέτρεψαν τον Μουμπάρακ. Οι αιγύπτιοι στρατηγοί από τον καιρό των συμφωνιών του Καμπ Ντέιβιντ λαμβάνουν ετησίως από την Ουάσιγκτον κονδύλια δισεκατομμυρίων δολαρίων και γι’ αυτό ανταποκρίνονται άμεσα στις επιθυμίες της τελευταίας.
 

2.Δεν υπάρχουν κατά του Άσαντ οι μαζικές διαδηλώσεις που θα παρέλυαν την πολιτική ζωή στη Δαμασκό, όπως δεν υπάρχει και διάσπαση στους στρατιωτικούς κύκλους.
 

3.Το σημαντικότερο είναι ότι η Ρωσία δεν διαμορφώνει τη θέση της όσον αφορά τα γεγονότα σε κάποια άλλη χώρα εστιάζοντας συγκεκριμένα στον ηγέτη της χώρας, με άλλα λόγια, δεν προσωποποιεί το πρόβλημα.
 

Να βγάλουν διδάγματα οι ΗΠΑ
 

Επιπλέον, στη συριακή κρίση η ρωσική πλευρά προσπαθεί να απευθύνει έκκληση προς τους Δυτικούς εταίρους της να διδαχθούν από αυτά που έχουν ήδη συμβεί σε άλλες χώρες κατά τη διάρκεια της «αραβικής Ανοιξης». Ο καγκελάριος Βίσμαρκ έλεγε ότι «μόνο ένας ανόητος διδάσκεται από τα δικά του λάθη, ενώ ο έξυπνος διδάσκεται από τα λάθη των άλλων». Δυστυχώς όμως, στην περίπτωση του συριακού προβλήματος πρέπει να ειπωθεί ότι οι εταίροι μας Αμερικάνοι αρνούνται να διδαχτούν ακόμη και από τα ίδια τα λάθη τους.
 

Όταν στις αρχές του 2011 άρχισαν στην Αίγυπτο οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που οδήγησαν στην ανατροπή του καθεστώτος Μουμπάρακ, είχα γράψει το Φεβρουάριο στο περιοδικό «The National Interest» ότι αν τελικά ανατραπεί ο Μουμπάρακ, στην εξουσία δεν θα ανέλθουν άνθρωποι της Google και της Microsoft μαζί με φιλελεύθερους σαν τον Αλ Μπαραντέι και άλλους, αλλά ότι κατά πάσα πιθανότητα οι επαναστατικές διεργασίες θα οδηγήσουν δε δύο πιθανά αποτελέσματα: Σε στρατιωτική δικτατορία ή κατάληψη της εξουσίας από ριζοσπάστες ισλαμιστές. Και να που την περασμένη Κυριακή, στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, νικητής αναδείχτηκε ο προερχόμενος από τα «Αδέλφια μουσουλμάνους» Μοχάμεντ Μουρσί.
 

Πυριτιδαποθήκη
 

Έτσι λοιπόν, όταν η ρωσική πλευρά αντιτίθεται στις απαιτήσεις της Δύσης για άμεση αποχώρηση του Άσαντ, αυτό δεν σημαίνει ότι εκφράζει κάποια εμμονή ότι ο Άσαντ πρέπει να παραμείνει οπωσδήποτε στην εξουσία. Η ρωσική πλευρά απλώς προσπαθεί ώστε να υπάρξει ένας συγκεκριμένος έλεγχος σε αυτές τις διαδικασίες προκειμένου να αποφευχθεί η επέκταση της βίας, του χάους και της ακυβερνησίας. Η Συρία βρίσκεται στο πιο ευαίσθητο σημείο της Μέσης Ανατολής και όσα συμβαίνουν εκεί μπορούν με ευκολία να εξαπλωθούν στο Λίβανο και στο Ιράκ. Μπορούν να εμπλέξουν στη σύγκρουση αυτή το Ιράν, την Τουρκία, το Ισραήλ. Πρόκειται δηλαδή για μια πυριτιδαποθήκη, και απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή ώστε να μη χυθεί λάδι στη φωτιά. Και ασφαλώς, εξαιρετικά σημαντικό είναι η διαδικασία αυτή να προχωρήσει μέσα στα Συνταγματικά πλαίσια. Εάν ωστόσο αλλάξει η ηγεσία, τότε αυτή δεν θα πρέπει να διαιρέσει το λαό σε χαμένους και κερδισμένους.
 

Εδώ λοιπόν ερχόμαστε στο πιο σημαντικό θέμα πάνω στο οποίο θέλησα να επιστήσω την προσοχή των Αμερικανών που μετείχαν στο σεμινάριο: Παράδοξο ή όχι, δεν είναι η Ρωσία, αλλά οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους που με τις ενέργειές τους επιτείνουν τη βία, το χάος και την ακυβερνησία σε αυτή την περιοχή. Επιλέγοντας μια μονόπλευρη στάση εμμονής στην αποχώρηση του Άσαντ, συμβάλλουν στη διαμόρφωση μεγαλύτερων προσδοκιών και απαιτήσεων από την πλευρά των ένοπλων αντικαθεστωτικών. Οι τελευταίοι, έχοντας ως οδηγό τα όσα συνέβησαν στη Λιβύη, σκληραίνουν τις απαιτήσεις τους απέναντι στο καθεστώς και δεν πάνε σε διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση, προκειμένου να επιδιώξουν έναν συμβιβασμό.
 

Η αντιπολίτευση απαιτεί από τους Δυτικούς προστάτες της και τους συμμάχους της στην περιοχή μια ξένη επέμβαση και τη βίαιη ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η Δύση, χωρίς να προτείνει πολιτική και διπλωματική λύση στο πρόβλημα, χωρίς να καταθέτει εναλλακτικές λύσεις στο σχέδιο Ανάν, το οποίο στηρίζει η Ρωσία, είναι συνυπεύθυνη στην περαιτέρω κλιμάκωση της σύγκρουσης.
 

Προκαλεί κάποια αισιοδοξία το γεγονός ότι στην κοινή δήλωση των προέδρων Πούτιν και Ομπάμα μετά τη συνάντησή τους Λος Κάμπος, αναφέρεται ότι οι δυο πλευρές υποστηρίζουν τις προσπάθειες του Κόφι Ανάν και επιθυμούν η λύση στο πρόβλημα να προέλθει από τον συριακό λαό μέσα από μια ειρηνική διαπραγματευτική διαδικασία με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων μερών. Το αν θα υλοποιηθούν αυτά που αναφέρονται στη δήλωση κατά τη διάρκεια της διεθνούς διάσκεψης για τη Συρία, την οποία πρότεινε η Ρωσία, θα το δείξει ο χρόνος.
 

Πηγή
Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...