ΛΕΒΙΑΘΑΝ
Άκου μια αστεία ιστορία, παραμύθι κι έτσι ας πούμε...Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένα τέρας. Κανονικό, με κάτι δοντάρες να, με νύχια βρώμικα γαμψά και μάτια σαν της κακαβιάς –εντάξει; Αυτό το τέρας καθόταν κι έξυνε ότι είχε να ξύσει τέλος πάντων, έτρωγε κάναν περαστικό, μακέλευε τα κοντινά χωριά –κοντολογίς έκανε ότι κάνουν τα αξιοπρεπή τέρατα.
Μέχρι που, μια μέρα, πλησίασαν το τέρας, οι φοβισμένοι κάτοικοι ενός χωριού και του είπαν: «Εμείς τα έχουμε κάνει σκατά μεταξύ μας καθότι εγωιστές και ηδονιστές –κοιτάμε πώς να βγάλει ο ένας το μάτι του αλλουνού και πώς να πηδάμε συνέχεια ότι κινείται, χωρίς ταυτοχρόνως να βάφουμε κι ότι δεν κινείται –εξ ου και δεν μας δέχονται ούτε στο ναυτικό να κάνουμε θητεία. Σκεφτήκαμε λοιπόν οτι -μας τρως που μας τρως στο ξέφωτο –μήπως να ερχόσουν στο χωριό, να μας τρως και με τη βούλα; Ούτε να αγχώνεσαι, ούτε να κυνηγάς –κορώνα στο κεφάλι μας θα σε έχουμε και θα σου φέρνουμε το φρεσκότερο αγόρι ή κορίτσι αναλόγως με τις ορέξεις σου καθότι σεβόμαστε και την διαφορετικότητα».
Τους κοίταξε το τέρας με το δεξί του μάτι (γιατί στο αριστερό είχε γλαύκωμα) κι απόρησε –είχε καταλάβει οτι οι άνθρωποι τυγχάνουν μαλάκες αλλά δεν είχε φανταστεί πόσο. «Εντάξει», τους είπε, «φτιάξτε μου ένα σπίτι στο χωριό σας και θα έρθω να σας τρώω κανονικά και με το νόμο».
Πετάχτηκε τότε ο γεροντότερος του χωριού ο οποίος δεν ήταν σοφότερος, απλώς διέτρεχε μικρότερο κίνδυνο φαγώματος και είπε: «Μιας κι ανέφερες τα σχετικά με το νόμο κύριε τέρας μου, να σου πούμε οτι γι΄αυτό ακριβώς σε θέλουμε στο χωριό μας και γι΄αυτό θα σε ταΐζουμε –για να εφαρμόζεις τον νόμο και να μας προστατεύεις». Κόντεψε να λιποθυμήσει το τέρας, «τι λέτε ρε σεις –ολόκληρον τέρας θα με κάνετε σερίφη Γουάιατ Ερπ και μάλιστα πριν ακόμα ανακαλυφθεί η Αμερική και βγούνε τα καμπόικα;»
Αλλά το ξανασκέφτηκε –ήταν καλό το φαΐ και άκοπο, είχε βαρεθεί να κάθεται μόνο του στις ερημιές που δεν είχε ούτε σινεμά να παρακολουθεί τα νέα του ξαδέρφου του, τού Γκοτζίλα –στο τέλος δέχτηκε.
Και υπογράψανε, που λες, μια σύμβαση στην οποία προβλεπόταν οτι ο μεν τέρας θα φύλαγε το χωριό από τους ίδιους τους κατοίκους του και τους εξωτερικούς εχθρούς κι όσο τα κατάφερνε καλά σ΄αυτά τα θέματα θα ήταν ο μοναδικός με δικαίωμα να ασκεί βία. Δηλαδή, μόνος αυτός, ο τέρας, θα μπορούσε να πλακώσει στο ξύλο ή και να σκοτώσει κάποιον κάτοικο που παρέβαινε τον νόμο. Οι δε κάτοικοι απαγορευόταν από τούδε και στο εξής να αμφισβητούν το τέρας, εκτός από την περίπτωση όπου το τέρας θα ήταν ανίκανο να εξασφαλίσει την ειρήνη και την τάξη μέσα στο χωριό.
Κι έτσι πέρασαν τα χρόνια και το παραμύθι δεν έχει τελειώσει ακόμα επειδή αναζητείται ευτυχισμένο τέλος –πάμε να πούμε «έζησαν αυτοί καλά» και βγαίνουμε λειψοί, επειδή «αυτοί» ή δεν έζησαν καλά, ή δεν έζησαν καθόλου –με αντιλαμβάνεσαι;
Το όνομα του τέρας είναι Λεβιάθαν και το παραμύθι που σου διηγήθηκα δεν είναι δικό μου –το έγραψε κάποιος Τόμας Χόμπς το 1651. Αυτός λοιπόν ο καλός κύριος διαπίστωσε οτι «ο άνθρωπος δεν έχει αγαθή φύση αλλά είναι εκ φύσεως εγωιστής και ηδονιστής». Έφταιγε μάλλον οτι ο αγαπητός Τόμας ήτανε παιδί προτεστάντη ιερέα, αλλά τέλος πάντων, το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε είναι οτι στις ανθρώπινες κοινωνίες χρειαζόταν ένα τέρας, ο Λεβιάθαν, το οποίο θα εξασφάλιζε την κοινωνική ειρήνη και για να το πετύχει αυτό θα είχε το μονοπώλιο της βίας. Το τέρας αυτό (όπως θα έχεις καταλάβει ήδη) είναι το Κράτος. «Ιδού, λοιπόν, η γένεση εκείνου του μεγάλου Λεβιάθαν, ή μάλλον (για να μιλήσουμε με μεγαλύτερο σεβασμό) εκείνου του θνητού θεού, στον οποίο οφείλουμε, ύστερα από τον αθάνατο θεό, την ειρήνη και την διαφέντεψή μας», έτσι περιγράφει το «Κοινωνικό Συμβόλαιο» μεταξύ Κράτους και πολιτών ο ποιητής. Και σ΄αυτή την παπαριά η οποία διαθέτει τόση ισχύ όση η άποψη περί του οτι «η γη είναι επίπεδη» έχει βασιστεί αυτό το καταπληκτικό σύστημα διακυβέρνησης που ονομάζεται κρατισμός και διαμορφώθηκε (ανάλογα με το πολίτευμα) σε βασιλεία, δημοκρατία κλπ.
Εκεί επάνω ήρθαν οι σοσιαλιστές και οι αναρχικοί φιλόσοφοι για να απορήσουν ως εξής: «τσου ρε Θωμά που θα μας βγάλεις όλους μας κακούς εκ φύσεως –και πώς το διαπίστωσες δηλαδή; παρατηρώντας τη γειτόνισσά σου που σου ρίχνει μπουγαδόνερα ή χαζεύοντας τους ρινόκεροι στον ζωολογικό κήπο;»
Για να στο εξηγήσω και λίγο επιστημονικά:
1.Η θεωρία περί κακίας της ανθρώπινης φύσης βασίζεται σε μια στρεβλή ανάγνωση των Αγίων Γραφών, ειδικά στο κομμάτι που αφορά το προπατορικό αμάρτημα.
2.Η άποψη περί φυσικού περιβάλλοντος στο οποίο κυριαρχεί το «ο δυνατότερος επιβιώνει» συνιστά απλώς μια βλακώδη παρατήρηση κάποιων δήθεν φιλοσόφων οι οποίοι δεν είχαν ποτέ επαφή με την λεγόμενη «άγρια φύση».
3.Αν θέλουμε καλά και σώνει να προσδώσουμε ένα γενικευμένο χαρακτηριστικό στην ανθρώπινη φύση αυτό δεν είναι άλλο από την ανάγκη των ανθρώπων για επιβίωση σε πρώτη φάση και για ικανοποίηση, κατά το δυνατό, περισσότερων αναγκών σε δεύτερη φάση.
Αναρωτιούνται λοιπόν όλοι εκείνοι οι αντικρατιστές φιλόσοφοι: «Αφού όλοι οι άνθρωποι θέλουμε να ζήσουμε όσο καλύτερα γίνεται γιατί να μην συνεργαστούμε ισότιμα ώστε να το καταφέρουμε;»
«Επειδή μέχρι τώρα δεν έχει γίνει ποτέ και πουθενά κάτι τέτοιο –άρα δεν είναι δυνατό», απαντούν οι κρατιστές.
«Εντάξει, και η δυτική δημοκρατία δεν είχε γίνει μέχρι να γίνει –αυτό σημαίνει οτι η δημοκρατία δεν ήταν δυνατή; Κάθε αλλαγή συντελείται όταν είναι ώριμες οι κοινωνικές συνθήκες», υπενθυμίζουν οι αντικρατιστές.
«Είστε ουτοπιστές, αναχρονιστές και αιθεροβάμονες!» τσιρίζουν οι φιλόσοφοι του κρατικού μοντέλου.
«Κοίτα ποιος μιλάει!» γελάνε οι άλλοι. «Μας λένε ουτοπιστές αυτοί που πιστεύουν σ΄ένα μυθικό τέρας, μας λένε αναχρονιστές αυτοί που ακολουθούν μια θεωρία του 16ου αιώνα, μας λένε αιθεροβάμονες αυτοί που λατρεύουν οντότητες πέρα, πάνω και έξω από την κοινωνία!»
Η κατάληξη της όλης ιστορίας είναι βεβαίως, όταν στριμώχνονται οι κρατιστές, να κατεβάζουν τις δυνάμεις καταστολής και τα στρατά στους δρόμους κι άντε μετά να εξηγήσεις στον σιδερόφρακτο οτι υπηρετεί τον Λεβιάθαν εξ ου και είναι μαλάκας!
Τα γράφω όλα αυτά επειδή το θέμα που σέρνεται τους τελευταίους μήνες στην επικαιρότητα είναι η βία. Και υποστηρίζω οτι η βία δεν είναι ποτέ σκοπός (ακόμα κι όταν το αντικείμενο που την ασκεί, πάσχει από σχιζοφρένεια), ούτε θεωρία (ώστε να εξομοιώνονται οι πρακτικές εφαρμογές της). Η βία είναι μέσον για να επιτευχθεί κάποιος σκοπός και σαν τέτοιο πρέπει να αξιολογείται. Κι επειδή πρόκειται για μέσο κάθε άλλο παρά αθώο και ανώδυνο, η αξιολόγησή της πρέπει να είναι προσεκτική. Αν θέλαμε να βρούμε ένα παράδειγμα από την ιατρική επιστήμη, θα μπορούσαμε να τη συγκρίνουμε με τον ακρωτηριασμό. Όπως ο ακρωτηριασμός μπορεί να είναι αναγκαίος για να σωθεί ένας άνθρωπος αλλά αφήνει πίσω του μια αγιάτρευτη πληγή και γι΄αυτό πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη περίσκεψη, έτσι ακριβώς και η χρήση βίας. Αν πρόκειται να σώσει περισσότερα από όσα θα καταστρέψει μπορούμε να την υπομείνουμε –πρόσεξε! Όχι να την θεωρήσουμε σαν κάτι θετικό, επειδή η βία αφήνει πάντα πληγές –αλλά να την υπομείνουμε, να την δούμε δηλαδή σαν κάτι αναγκαίο! Δεν λέμε ποτέ: «τι ωραία είναι να κόβουν πόδια ανθρώπων!» -σωστά; Έτσι λοιπόν δεν μπορούμε να πούμε και: «τι ωραία είναι να τρώει ξύλο ή να σκοτώνεται ένας άνθρωπος!»
Αφού τα καταλάβαμε όλα τα παραπάνω, ας πάμε στα φαινόμενα εκδήλωσης βίας του τελευταίου καιρού, ταξινομώντας τα ανάλογα με την πηγή προέλευσης:
Η κρατική βία
Ξύλο στις διαδηλώσεις, ξύλο πριν λίγες μέρες στα παιδιά που πέρασαν με τις μοτοσυκλέτες από τον Αγ. Παντελεήμονα (και βασανιστήρια σε όσους συνέλαβαν), ξύλο στους εργάτες των Ναυπηγείων, ξύλο στους μαθητές των καταλήψεων (πόσο κτήνος πρέπει να είσαι για να δέρνεις μικρά παιδιά;), ξύλο γενικότερα. Συλλήψεις, φυλακίσεις, εξευτελισμοί, παράνομες κρατήσεις σε αστυνομικά τμήματα, επιχειρήσεις τύπου Ξένιος Δίας (για τις οποίες μας κατηγορεί η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ), εγκλεισμός ανθρώπων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αυτή είναι μια στιγμιαία μόνο φωτογραφία της κρατικής βίας. Δεν σου αρέσει; Ούτε κι εμένα. Λοιπόν;
Το κράτος έχει τους σκοπούς του κι αυτούς πάει να εκπληρώσει με τη χρήση της βίας. Μην χαθούμε τώρα στην αναζήτηση αυτών των σκοπών –ας πάμε κατευθείαν στο ζουμί. Το οποίο για κάθε φιλοκρατιστή πολίτη δεν μπορεί να είναι άλλο από το προφανές: Χέστηκα για τους σκοπούς του κράτους, εγώ το έχω για να μου εξασφαλίζει την κοινωνική ειρήνη, όπως έλεγε και ο μπαρμπα Χομπς. Μου την εξασφαλίζει; Δε νομίζω... Άρα, το κράτος αυτό δεν κάνει τη δουλειά του και πρέπει να το σχολάσω και να δώσω τη δουλειά σ΄ένα καινούργιο κράτος. Σε έναν νέο Λεβιάθαν. Ποιος όμως θα μου κάνει τη δουλειά σωστά; Μια δικτατορία που θα κόβει κεφάλια πριν προλάβουν να φταρνιστούν; Μέχρι σήμερα πουθενά στον κόσμο μια δικτατορία δεν εξασφάλισε κοινωνική ειρήνη κι αν εσύ γνωρίζεις κάτι διαφορετικό, με χαρά να σε ακούσω.
Μήπως θα μου εξασφαλίσει κοινωνική ειρήνη ένα διαφορετικού τύπου πολίτευμα; Κι αν ναι –ποιο;
Όσο και να ξύσει το κεφάλι του ο φιλοκρατιστής πολίτης, πέραν της δικτατορίας και της δυτικής δημοκρατίας, δεν θα βρει άλλο πολίτευμα το οποίο να εφαρμόστηκε στον σύγχρονο κόσμο. Άντε –ας δεχτούμε οτι υπάρχει και η παραλλαγή τύπου «ανατολικό μπλοκ» -είναι κι αυτό μια πρόταση. Θέλει κάτι τέτοιο ο φιλοκρατιστής; Αν δεν ανήκει σε πρώην Σοβιετόφιλο Κομμουνιστικό Κόμμα, δε νομίζω! Αλλά, αν ανήκει σε Κομμουνιστικό Κόμμα οφείλει να είναι αντικρατιστής –τόμπολα!
Τι μένει λοιπόν σαν αντιπαράθεση στην κρατική βία; Οτι απλώς είναι συνυφασμένη με τη δομή του κράτους κι έτσι θα υπάρχει (το ίδιο άσκοπη και παράλογη) όσο υπάρχει το κράτος. Μήπως τελικά έχει δίκιο ο αντικρατιστής ο οποίος ζητάει κατάργηση του κράτους; Για σκέψου: τι σου εξασφαλίζει το κράτος –για ποιον λόγο ασκεί βία πάνω σου; Κοινωνική ειρήνη δεν έχεις. Ευημερία –τι είναι τούτο; Κοινωνική πρόνοια, παιδεία –λέμε τώρα και καμιά μαλακία για να περνάει η ώρα! Άρα; Για ποιον λόγο τούς έχεις και τούς πληρώνεις; Για να σε βαράνε;
Η φασιστική βία
Πρόκειται για τη δράση οργανωμένων συμμοριών οι οποίες αποσκοπούν (σύμφωνα με τα, εν πολλοίς, αμφισβητήσιμα) λεγόμενά τους στην εθνοκάθαρση. Στο καθάρισμα του εθνικού μας χώρου δηλαδή (να σημειωθεί οτι ο εθνικός χώρος δεν συμπίπτει με τα εδαφικά όρια της χώρας) από τους ξένους κι από όσους επιβουλεύονται τα χαρακτηριστικά του έθνους όπως εκείνοι τα έχουν στο μυαλό τους. Εντάξει, ας μην κοροϊδευόμαστε –αυτή η αιτιολόγηση της δράσης τους είναι στοιχειωδώς γελοία ακόμα και για παιδιά νηπιαγωγείου. Το οτι κάποιος μελαψός κάποια στιγμή πείραξε κάποιον Έλληνα δεν δικαιολογεί το κυνήγι όλων των μελαψών περισσότερο από το επιχείρημα: «ο Παπαχρόνης ήταν βιαστής, άρα όσοι το επώνυμό τους τελειώνει σε ‘χρόνης’ είναι εν δυνάμει βιαστές». Το οτι εγώ έχω διαφορετική άποψη από αυτούς για τον Μεγαλέξανδρο, για παράδειγμα, δεν δικαιολογεί να θέλουν να με κλείσουν σε στρατόπεδο ή να με καθαρίσουν. Ή, αν το δικαιολογεί, εξίσου θα πρέπει να δικαιολογεί και τον δικό τους εγκλεισμό σε στρατόπεδα για όσο διάστημα οι απόψεις τους δεν είναι κυρίαρχες. Για βάλε κάτω τις απόψεις να τις μετρήσουμε λοιπόν και πες μου ποιος πρέπει τώρα να μπει στο συρματόπλεγμα; Σύμφωνα με τα όσα αυτοί λένε –έτσι;
Παραπέρα, υπάρχει ένα ακόμα μικρό προβληματάκι κι αυτό δεν είναι άλλο από την συμμετοχή της Χρυσής Αυγής στη Βουλή. Αφού μπήκαν εκεί μέσα τα παλικάρια σημαίνει οτι αποδέχονται μεταξύ των άλλων οτι το κράτος έχει το μονοπώλιο της κρατικής βίας (όπως το αποδέχονται και όλα τα υπόλοιπα κόμματα). Άρα –τι σκατά τραμπουκίζουν; Θέλεις ρε χοντρέ να ενεργείς σαν συμμορία; Παραιτήσου από το κοινοβούλιο και κάνε τις μαγκιές σου. Αλλά το να είσαι μέσα και ταυτόχρονα να το παίζεις στην απέξω, να ρίχνεις ξύλο και να κάνεις μηνύσεις όταν τρως εσύ καμιά ψιλή –πέρα από γελοίο είναι και ψυχωσικό! Μοιάζει, ας πούμε, σα να είσαι μπάτσος και ταυτόχρονα να συμμετέχεις σε τρομοκρατική οργάνωση –σα να πολεμάς τον εαυτό σου δηλαδή!
Η συνδικαλιστική βία
Η βία η οποία αιτιολογείται σαν απαραίτητη προκειμένου να προασπιστούν τα συμφέροντα ενός εργασιακού κλάδου (γεια σου ρε Φωτόπουλε), ή των εργαζομένων γενικότερα (πού ΠΑΜΕ;) Να ξεκαθαρίσω οτι αυτό το είδος βίας δεν έχει την παραμικρή σχέση με την φασιστική βία κι όποιος τα εξομοιώνει μάλλον δεν καταλαβαίνει τον παραλογισμό της συνεπαγωγής: «το μπουζούκι είναι όργανο, ο αστυνομικός είναι όργανο, άρα ο αστυνομικός είναι μπουζούκι». Να υπενθυμίσω όμως, οτι αναφορικά με τον τρόπο άσκησής της η συνδικαλιστική βία προσομοιάζει πολλές φορές με την κρατική βία. Απλοϊκό παράδειγμα: όπως τα ΜΑΤ κάνουν κλοιό και δεν αφήνουν τον κόσμο να μπει στο τάδε Υπουργείο, έτσι και το ΠΑΜΕ κάνει κλοιό και δεν αφήνει τους διαφωνούντες με μια απεργία να πάνε να δουλέψουν. Κάνε μου τη χάρη και μην το αναλύσεις περισσότερο γιατί θα μπλέξουμε –εδώ μιλάμε αποκλειστικά για τη βία και όχι για τους σκοπούς της, μην το ξεχνάς αυτό.
Αν θελήσουμε να εξετάσουμε τους σκοπούς της όποιας βίας εκδηλώνεται για συνδικαλιστικούς λόγους δεν μπορούμε παρά να διαπιστώσουμε οτι το συνδικαλιστικό δικαίωμα είναι αξιακά υποδεέστερο του δικαιώματος διαβίωσης των πολιτών. Αν η δράση ενός συνδικαλιστικού οργάνου απειλεί τη διαβίωση κάποιων ανθρώπων είναι αντικοινωνική δράση. Αν, για παράδειγμα, μου κόψεις το ρεύμα και χαλάσει το φαγητό στο ψυγείο μου (το οποίο πλέον εξασφαλίζω με το ζόρι) δεν μπορείς να υπολογίζεις σε κάποιου είδους κοινωνικής αλληλεγγύης. Όσο όμως ασκείς το δικαίωμά σου στην εργασιακή διεκδίκηση χωρίς να απειλείς τη διαβίωσή μου, έχω καθήκον να σε στηρίξω. Τόσο απλά είναι τα πράγματα.
Το «αντάρτικο πόλεων»
Σε εισαγωγικά, επειδή ο συγκεκριμένος όρος είναι σκέτος ευφημισμός –στην πραγματικότητα η δράση κάποιων περιορισμένων ομάδων δεν έχει καμιά σχέση με τη λαϊκή αντίσταση σε δικτατορικά καθεστώτα ή σε δυνάμεις κατοχής η οποία ονομάστηκε αντάρτικο πόλεων.
Κι αυτό το είδος βίας εξαρτάται από την κοινωνική νομιμοποίηση την οποία διαθέτει. Για παράδειγμα, όταν η 17Ν εκτελούσε τους βασανιστές της χούντας, οι ενέργειές της είχαν σχετικά αυξημένη κοινωνική αποδοχή. Όταν εκτελούσε τον Μπακογιάννη, ακόμα και οι θετικά προσκείμενοι στις απόψεις της συγκεκριμένης οργάνωσης έξυναν τα κεφάλια τους με απορία.
Το πρόβλημα με αυτού του είδους τη βία (το οποίο μεγεθύνεται όταν οι κοινωνικές συνθήκες δεν μοιάζουν να οδηγούν σε εξέγερση) έχει να κάνει με το ποιος εξουσιοδοτεί τα συγκεκριμένα άτομα προκειμένου να εκπροσωπήσουν με τις πράξεις τους ένα κομμάτι της κοινωνίας. Με απλά λόγια, από πού αντλούν το δικαίωμα άσκησης βίας. Συνήθως, η απάντηση σε αυτό είναι: από πουθενά. Μόνοι τους αναλύουν μια κατάσταση και μόνοι τους αποφασίζουν να δράσουν. Γι΄αυτό και η βία που ασκούν σπάνια μπορεί να χαρακτηριστεί σαν «κοινωνικά νομιμοποιημένη». Επειδή το να αντιδράς στο κρατικό μονοπώλιο βίας σημαίνει οτι αγωνίζεσαι προκειμένου να καταργηθεί ο θεσμός που ασκεί τη βία (δηλαδή το κράτος), όχι οτι απλώς κι εσύ ασκείς βία «εναντίον» (πάλι με εισαγωγικά) του κράτους. Κι αυτό δεν είναι θεωρητική προσέγγιση –είναι πρακτικό συμπέρασμα. Εκτός αν μπορείς να μου υποδείξεις κάποιον κραδασμό στην κρατική μηχανή ο οποίος προκλήθηκε από μια, τέτοιου είδους, ενέργεια.
Οι παραπάνω αναφορές μου σχετίζονται με την κυριολεκτική βία –όχι με τη συμβολική. Γνωρίζω οτι στους πολίτες ασκείται «εργασιακή βία», «ιδεολογική βία», «εκλογική βία» (σε όλα αυτά μπορείς να αλλάξεις τη λέξη ‘βία’ με τη λέξη ‘βιασμός’ –το ίδιο κάνει). Όλες είναι συνιστώσες επιβολής και κυριαρχίας ενός απάνθρωπου συστήματος όπως το καπιταλιστικό και η ανάλυσή τους δεν ήταν δυνατό να γίνει σ΄αυτό το κείμενο.
Αλλά αφού ξεκίνησα με ένα παραμύθι, λέω να κλείσω με μια αλήθεια που μου θύμισε ο φίλος μου ο Λούης τις προάλλες και ανήκει στον Παναγιώτη Παπαδόπουλο (Κάιν): «Το θέμα δεν είναι μόνο να λέμε ‘όχι στη βία της εξουσίας’ –θα πρέπει να λέμε και ‘όχι στην εξουσία της βίας’ επίσης»
Πηγή
Μέχρι που, μια μέρα, πλησίασαν το τέρας, οι φοβισμένοι κάτοικοι ενός χωριού και του είπαν: «Εμείς τα έχουμε κάνει σκατά μεταξύ μας καθότι εγωιστές και ηδονιστές –κοιτάμε πώς να βγάλει ο ένας το μάτι του αλλουνού και πώς να πηδάμε συνέχεια ότι κινείται, χωρίς ταυτοχρόνως να βάφουμε κι ότι δεν κινείται –εξ ου και δεν μας δέχονται ούτε στο ναυτικό να κάνουμε θητεία. Σκεφτήκαμε λοιπόν οτι -μας τρως που μας τρως στο ξέφωτο –μήπως να ερχόσουν στο χωριό, να μας τρως και με τη βούλα; Ούτε να αγχώνεσαι, ούτε να κυνηγάς –κορώνα στο κεφάλι μας θα σε έχουμε και θα σου φέρνουμε το φρεσκότερο αγόρι ή κορίτσι αναλόγως με τις ορέξεις σου καθότι σεβόμαστε και την διαφορετικότητα».
Τους κοίταξε το τέρας με το δεξί του μάτι (γιατί στο αριστερό είχε γλαύκωμα) κι απόρησε –είχε καταλάβει οτι οι άνθρωποι τυγχάνουν μαλάκες αλλά δεν είχε φανταστεί πόσο. «Εντάξει», τους είπε, «φτιάξτε μου ένα σπίτι στο χωριό σας και θα έρθω να σας τρώω κανονικά και με το νόμο».
Πετάχτηκε τότε ο γεροντότερος του χωριού ο οποίος δεν ήταν σοφότερος, απλώς διέτρεχε μικρότερο κίνδυνο φαγώματος και είπε: «Μιας κι ανέφερες τα σχετικά με το νόμο κύριε τέρας μου, να σου πούμε οτι γι΄αυτό ακριβώς σε θέλουμε στο χωριό μας και γι΄αυτό θα σε ταΐζουμε –για να εφαρμόζεις τον νόμο και να μας προστατεύεις». Κόντεψε να λιποθυμήσει το τέρας, «τι λέτε ρε σεις –ολόκληρον τέρας θα με κάνετε σερίφη Γουάιατ Ερπ και μάλιστα πριν ακόμα ανακαλυφθεί η Αμερική και βγούνε τα καμπόικα;»
Αλλά το ξανασκέφτηκε –ήταν καλό το φαΐ και άκοπο, είχε βαρεθεί να κάθεται μόνο του στις ερημιές που δεν είχε ούτε σινεμά να παρακολουθεί τα νέα του ξαδέρφου του, τού Γκοτζίλα –στο τέλος δέχτηκε.
Και υπογράψανε, που λες, μια σύμβαση στην οποία προβλεπόταν οτι ο μεν τέρας θα φύλαγε το χωριό από τους ίδιους τους κατοίκους του και τους εξωτερικούς εχθρούς κι όσο τα κατάφερνε καλά σ΄αυτά τα θέματα θα ήταν ο μοναδικός με δικαίωμα να ασκεί βία. Δηλαδή, μόνος αυτός, ο τέρας, θα μπορούσε να πλακώσει στο ξύλο ή και να σκοτώσει κάποιον κάτοικο που παρέβαινε τον νόμο. Οι δε κάτοικοι απαγορευόταν από τούδε και στο εξής να αμφισβητούν το τέρας, εκτός από την περίπτωση όπου το τέρας θα ήταν ανίκανο να εξασφαλίσει την ειρήνη και την τάξη μέσα στο χωριό.
Κι έτσι πέρασαν τα χρόνια και το παραμύθι δεν έχει τελειώσει ακόμα επειδή αναζητείται ευτυχισμένο τέλος –πάμε να πούμε «έζησαν αυτοί καλά» και βγαίνουμε λειψοί, επειδή «αυτοί» ή δεν έζησαν καλά, ή δεν έζησαν καθόλου –με αντιλαμβάνεσαι;
Το όνομα του τέρας είναι Λεβιάθαν και το παραμύθι που σου διηγήθηκα δεν είναι δικό μου –το έγραψε κάποιος Τόμας Χόμπς το 1651. Αυτός λοιπόν ο καλός κύριος διαπίστωσε οτι «ο άνθρωπος δεν έχει αγαθή φύση αλλά είναι εκ φύσεως εγωιστής και ηδονιστής». Έφταιγε μάλλον οτι ο αγαπητός Τόμας ήτανε παιδί προτεστάντη ιερέα, αλλά τέλος πάντων, το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε είναι οτι στις ανθρώπινες κοινωνίες χρειαζόταν ένα τέρας, ο Λεβιάθαν, το οποίο θα εξασφάλιζε την κοινωνική ειρήνη και για να το πετύχει αυτό θα είχε το μονοπώλιο της βίας. Το τέρας αυτό (όπως θα έχεις καταλάβει ήδη) είναι το Κράτος. «Ιδού, λοιπόν, η γένεση εκείνου του μεγάλου Λεβιάθαν, ή μάλλον (για να μιλήσουμε με μεγαλύτερο σεβασμό) εκείνου του θνητού θεού, στον οποίο οφείλουμε, ύστερα από τον αθάνατο θεό, την ειρήνη και την διαφέντεψή μας», έτσι περιγράφει το «Κοινωνικό Συμβόλαιο» μεταξύ Κράτους και πολιτών ο ποιητής. Και σ΄αυτή την παπαριά η οποία διαθέτει τόση ισχύ όση η άποψη περί του οτι «η γη είναι επίπεδη» έχει βασιστεί αυτό το καταπληκτικό σύστημα διακυβέρνησης που ονομάζεται κρατισμός και διαμορφώθηκε (ανάλογα με το πολίτευμα) σε βασιλεία, δημοκρατία κλπ.
Εκεί επάνω ήρθαν οι σοσιαλιστές και οι αναρχικοί φιλόσοφοι για να απορήσουν ως εξής: «τσου ρε Θωμά που θα μας βγάλεις όλους μας κακούς εκ φύσεως –και πώς το διαπίστωσες δηλαδή; παρατηρώντας τη γειτόνισσά σου που σου ρίχνει μπουγαδόνερα ή χαζεύοντας τους ρινόκεροι στον ζωολογικό κήπο;»
Για να στο εξηγήσω και λίγο επιστημονικά:
1.Η θεωρία περί κακίας της ανθρώπινης φύσης βασίζεται σε μια στρεβλή ανάγνωση των Αγίων Γραφών, ειδικά στο κομμάτι που αφορά το προπατορικό αμάρτημα.
2.Η άποψη περί φυσικού περιβάλλοντος στο οποίο κυριαρχεί το «ο δυνατότερος επιβιώνει» συνιστά απλώς μια βλακώδη παρατήρηση κάποιων δήθεν φιλοσόφων οι οποίοι δεν είχαν ποτέ επαφή με την λεγόμενη «άγρια φύση».
3.Αν θέλουμε καλά και σώνει να προσδώσουμε ένα γενικευμένο χαρακτηριστικό στην ανθρώπινη φύση αυτό δεν είναι άλλο από την ανάγκη των ανθρώπων για επιβίωση σε πρώτη φάση και για ικανοποίηση, κατά το δυνατό, περισσότερων αναγκών σε δεύτερη φάση.
Αναρωτιούνται λοιπόν όλοι εκείνοι οι αντικρατιστές φιλόσοφοι: «Αφού όλοι οι άνθρωποι θέλουμε να ζήσουμε όσο καλύτερα γίνεται γιατί να μην συνεργαστούμε ισότιμα ώστε να το καταφέρουμε;»
«Επειδή μέχρι τώρα δεν έχει γίνει ποτέ και πουθενά κάτι τέτοιο –άρα δεν είναι δυνατό», απαντούν οι κρατιστές.
«Εντάξει, και η δυτική δημοκρατία δεν είχε γίνει μέχρι να γίνει –αυτό σημαίνει οτι η δημοκρατία δεν ήταν δυνατή; Κάθε αλλαγή συντελείται όταν είναι ώριμες οι κοινωνικές συνθήκες», υπενθυμίζουν οι αντικρατιστές.
«Είστε ουτοπιστές, αναχρονιστές και αιθεροβάμονες!» τσιρίζουν οι φιλόσοφοι του κρατικού μοντέλου.
«Κοίτα ποιος μιλάει!» γελάνε οι άλλοι. «Μας λένε ουτοπιστές αυτοί που πιστεύουν σ΄ένα μυθικό τέρας, μας λένε αναχρονιστές αυτοί που ακολουθούν μια θεωρία του 16ου αιώνα, μας λένε αιθεροβάμονες αυτοί που λατρεύουν οντότητες πέρα, πάνω και έξω από την κοινωνία!»
Η κατάληξη της όλης ιστορίας είναι βεβαίως, όταν στριμώχνονται οι κρατιστές, να κατεβάζουν τις δυνάμεις καταστολής και τα στρατά στους δρόμους κι άντε μετά να εξηγήσεις στον σιδερόφρακτο οτι υπηρετεί τον Λεβιάθαν εξ ου και είναι μαλάκας!
Τα γράφω όλα αυτά επειδή το θέμα που σέρνεται τους τελευταίους μήνες στην επικαιρότητα είναι η βία. Και υποστηρίζω οτι η βία δεν είναι ποτέ σκοπός (ακόμα κι όταν το αντικείμενο που την ασκεί, πάσχει από σχιζοφρένεια), ούτε θεωρία (ώστε να εξομοιώνονται οι πρακτικές εφαρμογές της). Η βία είναι μέσον για να επιτευχθεί κάποιος σκοπός και σαν τέτοιο πρέπει να αξιολογείται. Κι επειδή πρόκειται για μέσο κάθε άλλο παρά αθώο και ανώδυνο, η αξιολόγησή της πρέπει να είναι προσεκτική. Αν θέλαμε να βρούμε ένα παράδειγμα από την ιατρική επιστήμη, θα μπορούσαμε να τη συγκρίνουμε με τον ακρωτηριασμό. Όπως ο ακρωτηριασμός μπορεί να είναι αναγκαίος για να σωθεί ένας άνθρωπος αλλά αφήνει πίσω του μια αγιάτρευτη πληγή και γι΄αυτό πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη περίσκεψη, έτσι ακριβώς και η χρήση βίας. Αν πρόκειται να σώσει περισσότερα από όσα θα καταστρέψει μπορούμε να την υπομείνουμε –πρόσεξε! Όχι να την θεωρήσουμε σαν κάτι θετικό, επειδή η βία αφήνει πάντα πληγές –αλλά να την υπομείνουμε, να την δούμε δηλαδή σαν κάτι αναγκαίο! Δεν λέμε ποτέ: «τι ωραία είναι να κόβουν πόδια ανθρώπων!» -σωστά; Έτσι λοιπόν δεν μπορούμε να πούμε και: «τι ωραία είναι να τρώει ξύλο ή να σκοτώνεται ένας άνθρωπος!»
Αφού τα καταλάβαμε όλα τα παραπάνω, ας πάμε στα φαινόμενα εκδήλωσης βίας του τελευταίου καιρού, ταξινομώντας τα ανάλογα με την πηγή προέλευσης:
Η κρατική βία
Ξύλο στις διαδηλώσεις, ξύλο πριν λίγες μέρες στα παιδιά που πέρασαν με τις μοτοσυκλέτες από τον Αγ. Παντελεήμονα (και βασανιστήρια σε όσους συνέλαβαν), ξύλο στους εργάτες των Ναυπηγείων, ξύλο στους μαθητές των καταλήψεων (πόσο κτήνος πρέπει να είσαι για να δέρνεις μικρά παιδιά;), ξύλο γενικότερα. Συλλήψεις, φυλακίσεις, εξευτελισμοί, παράνομες κρατήσεις σε αστυνομικά τμήματα, επιχειρήσεις τύπου Ξένιος Δίας (για τις οποίες μας κατηγορεί η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ), εγκλεισμός ανθρώπων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αυτή είναι μια στιγμιαία μόνο φωτογραφία της κρατικής βίας. Δεν σου αρέσει; Ούτε κι εμένα. Λοιπόν;
Το κράτος έχει τους σκοπούς του κι αυτούς πάει να εκπληρώσει με τη χρήση της βίας. Μην χαθούμε τώρα στην αναζήτηση αυτών των σκοπών –ας πάμε κατευθείαν στο ζουμί. Το οποίο για κάθε φιλοκρατιστή πολίτη δεν μπορεί να είναι άλλο από το προφανές: Χέστηκα για τους σκοπούς του κράτους, εγώ το έχω για να μου εξασφαλίζει την κοινωνική ειρήνη, όπως έλεγε και ο μπαρμπα Χομπς. Μου την εξασφαλίζει; Δε νομίζω... Άρα, το κράτος αυτό δεν κάνει τη δουλειά του και πρέπει να το σχολάσω και να δώσω τη δουλειά σ΄ένα καινούργιο κράτος. Σε έναν νέο Λεβιάθαν. Ποιος όμως θα μου κάνει τη δουλειά σωστά; Μια δικτατορία που θα κόβει κεφάλια πριν προλάβουν να φταρνιστούν; Μέχρι σήμερα πουθενά στον κόσμο μια δικτατορία δεν εξασφάλισε κοινωνική ειρήνη κι αν εσύ γνωρίζεις κάτι διαφορετικό, με χαρά να σε ακούσω.
Μήπως θα μου εξασφαλίσει κοινωνική ειρήνη ένα διαφορετικού τύπου πολίτευμα; Κι αν ναι –ποιο;
Όσο και να ξύσει το κεφάλι του ο φιλοκρατιστής πολίτης, πέραν της δικτατορίας και της δυτικής δημοκρατίας, δεν θα βρει άλλο πολίτευμα το οποίο να εφαρμόστηκε στον σύγχρονο κόσμο. Άντε –ας δεχτούμε οτι υπάρχει και η παραλλαγή τύπου «ανατολικό μπλοκ» -είναι κι αυτό μια πρόταση. Θέλει κάτι τέτοιο ο φιλοκρατιστής; Αν δεν ανήκει σε πρώην Σοβιετόφιλο Κομμουνιστικό Κόμμα, δε νομίζω! Αλλά, αν ανήκει σε Κομμουνιστικό Κόμμα οφείλει να είναι αντικρατιστής –τόμπολα!
Τι μένει λοιπόν σαν αντιπαράθεση στην κρατική βία; Οτι απλώς είναι συνυφασμένη με τη δομή του κράτους κι έτσι θα υπάρχει (το ίδιο άσκοπη και παράλογη) όσο υπάρχει το κράτος. Μήπως τελικά έχει δίκιο ο αντικρατιστής ο οποίος ζητάει κατάργηση του κράτους; Για σκέψου: τι σου εξασφαλίζει το κράτος –για ποιον λόγο ασκεί βία πάνω σου; Κοινωνική ειρήνη δεν έχεις. Ευημερία –τι είναι τούτο; Κοινωνική πρόνοια, παιδεία –λέμε τώρα και καμιά μαλακία για να περνάει η ώρα! Άρα; Για ποιον λόγο τούς έχεις και τούς πληρώνεις; Για να σε βαράνε;
Η φασιστική βία
Πρόκειται για τη δράση οργανωμένων συμμοριών οι οποίες αποσκοπούν (σύμφωνα με τα, εν πολλοίς, αμφισβητήσιμα) λεγόμενά τους στην εθνοκάθαρση. Στο καθάρισμα του εθνικού μας χώρου δηλαδή (να σημειωθεί οτι ο εθνικός χώρος δεν συμπίπτει με τα εδαφικά όρια της χώρας) από τους ξένους κι από όσους επιβουλεύονται τα χαρακτηριστικά του έθνους όπως εκείνοι τα έχουν στο μυαλό τους. Εντάξει, ας μην κοροϊδευόμαστε –αυτή η αιτιολόγηση της δράσης τους είναι στοιχειωδώς γελοία ακόμα και για παιδιά νηπιαγωγείου. Το οτι κάποιος μελαψός κάποια στιγμή πείραξε κάποιον Έλληνα δεν δικαιολογεί το κυνήγι όλων των μελαψών περισσότερο από το επιχείρημα: «ο Παπαχρόνης ήταν βιαστής, άρα όσοι το επώνυμό τους τελειώνει σε ‘χρόνης’ είναι εν δυνάμει βιαστές». Το οτι εγώ έχω διαφορετική άποψη από αυτούς για τον Μεγαλέξανδρο, για παράδειγμα, δεν δικαιολογεί να θέλουν να με κλείσουν σε στρατόπεδο ή να με καθαρίσουν. Ή, αν το δικαιολογεί, εξίσου θα πρέπει να δικαιολογεί και τον δικό τους εγκλεισμό σε στρατόπεδα για όσο διάστημα οι απόψεις τους δεν είναι κυρίαρχες. Για βάλε κάτω τις απόψεις να τις μετρήσουμε λοιπόν και πες μου ποιος πρέπει τώρα να μπει στο συρματόπλεγμα; Σύμφωνα με τα όσα αυτοί λένε –έτσι;
Παραπέρα, υπάρχει ένα ακόμα μικρό προβληματάκι κι αυτό δεν είναι άλλο από την συμμετοχή της Χρυσής Αυγής στη Βουλή. Αφού μπήκαν εκεί μέσα τα παλικάρια σημαίνει οτι αποδέχονται μεταξύ των άλλων οτι το κράτος έχει το μονοπώλιο της κρατικής βίας (όπως το αποδέχονται και όλα τα υπόλοιπα κόμματα). Άρα –τι σκατά τραμπουκίζουν; Θέλεις ρε χοντρέ να ενεργείς σαν συμμορία; Παραιτήσου από το κοινοβούλιο και κάνε τις μαγκιές σου. Αλλά το να είσαι μέσα και ταυτόχρονα να το παίζεις στην απέξω, να ρίχνεις ξύλο και να κάνεις μηνύσεις όταν τρως εσύ καμιά ψιλή –πέρα από γελοίο είναι και ψυχωσικό! Μοιάζει, ας πούμε, σα να είσαι μπάτσος και ταυτόχρονα να συμμετέχεις σε τρομοκρατική οργάνωση –σα να πολεμάς τον εαυτό σου δηλαδή!
Η συνδικαλιστική βία
Η βία η οποία αιτιολογείται σαν απαραίτητη προκειμένου να προασπιστούν τα συμφέροντα ενός εργασιακού κλάδου (γεια σου ρε Φωτόπουλε), ή των εργαζομένων γενικότερα (πού ΠΑΜΕ;) Να ξεκαθαρίσω οτι αυτό το είδος βίας δεν έχει την παραμικρή σχέση με την φασιστική βία κι όποιος τα εξομοιώνει μάλλον δεν καταλαβαίνει τον παραλογισμό της συνεπαγωγής: «το μπουζούκι είναι όργανο, ο αστυνομικός είναι όργανο, άρα ο αστυνομικός είναι μπουζούκι». Να υπενθυμίσω όμως, οτι αναφορικά με τον τρόπο άσκησής της η συνδικαλιστική βία προσομοιάζει πολλές φορές με την κρατική βία. Απλοϊκό παράδειγμα: όπως τα ΜΑΤ κάνουν κλοιό και δεν αφήνουν τον κόσμο να μπει στο τάδε Υπουργείο, έτσι και το ΠΑΜΕ κάνει κλοιό και δεν αφήνει τους διαφωνούντες με μια απεργία να πάνε να δουλέψουν. Κάνε μου τη χάρη και μην το αναλύσεις περισσότερο γιατί θα μπλέξουμε –εδώ μιλάμε αποκλειστικά για τη βία και όχι για τους σκοπούς της, μην το ξεχνάς αυτό.
Αν θελήσουμε να εξετάσουμε τους σκοπούς της όποιας βίας εκδηλώνεται για συνδικαλιστικούς λόγους δεν μπορούμε παρά να διαπιστώσουμε οτι το συνδικαλιστικό δικαίωμα είναι αξιακά υποδεέστερο του δικαιώματος διαβίωσης των πολιτών. Αν η δράση ενός συνδικαλιστικού οργάνου απειλεί τη διαβίωση κάποιων ανθρώπων είναι αντικοινωνική δράση. Αν, για παράδειγμα, μου κόψεις το ρεύμα και χαλάσει το φαγητό στο ψυγείο μου (το οποίο πλέον εξασφαλίζω με το ζόρι) δεν μπορείς να υπολογίζεις σε κάποιου είδους κοινωνικής αλληλεγγύης. Όσο όμως ασκείς το δικαίωμά σου στην εργασιακή διεκδίκηση χωρίς να απειλείς τη διαβίωσή μου, έχω καθήκον να σε στηρίξω. Τόσο απλά είναι τα πράγματα.
Το «αντάρτικο πόλεων»
Σε εισαγωγικά, επειδή ο συγκεκριμένος όρος είναι σκέτος ευφημισμός –στην πραγματικότητα η δράση κάποιων περιορισμένων ομάδων δεν έχει καμιά σχέση με τη λαϊκή αντίσταση σε δικτατορικά καθεστώτα ή σε δυνάμεις κατοχής η οποία ονομάστηκε αντάρτικο πόλεων.
Κι αυτό το είδος βίας εξαρτάται από την κοινωνική νομιμοποίηση την οποία διαθέτει. Για παράδειγμα, όταν η 17Ν εκτελούσε τους βασανιστές της χούντας, οι ενέργειές της είχαν σχετικά αυξημένη κοινωνική αποδοχή. Όταν εκτελούσε τον Μπακογιάννη, ακόμα και οι θετικά προσκείμενοι στις απόψεις της συγκεκριμένης οργάνωσης έξυναν τα κεφάλια τους με απορία.
Το πρόβλημα με αυτού του είδους τη βία (το οποίο μεγεθύνεται όταν οι κοινωνικές συνθήκες δεν μοιάζουν να οδηγούν σε εξέγερση) έχει να κάνει με το ποιος εξουσιοδοτεί τα συγκεκριμένα άτομα προκειμένου να εκπροσωπήσουν με τις πράξεις τους ένα κομμάτι της κοινωνίας. Με απλά λόγια, από πού αντλούν το δικαίωμα άσκησης βίας. Συνήθως, η απάντηση σε αυτό είναι: από πουθενά. Μόνοι τους αναλύουν μια κατάσταση και μόνοι τους αποφασίζουν να δράσουν. Γι΄αυτό και η βία που ασκούν σπάνια μπορεί να χαρακτηριστεί σαν «κοινωνικά νομιμοποιημένη». Επειδή το να αντιδράς στο κρατικό μονοπώλιο βίας σημαίνει οτι αγωνίζεσαι προκειμένου να καταργηθεί ο θεσμός που ασκεί τη βία (δηλαδή το κράτος), όχι οτι απλώς κι εσύ ασκείς βία «εναντίον» (πάλι με εισαγωγικά) του κράτους. Κι αυτό δεν είναι θεωρητική προσέγγιση –είναι πρακτικό συμπέρασμα. Εκτός αν μπορείς να μου υποδείξεις κάποιον κραδασμό στην κρατική μηχανή ο οποίος προκλήθηκε από μια, τέτοιου είδους, ενέργεια.
Οι παραπάνω αναφορές μου σχετίζονται με την κυριολεκτική βία –όχι με τη συμβολική. Γνωρίζω οτι στους πολίτες ασκείται «εργασιακή βία», «ιδεολογική βία», «εκλογική βία» (σε όλα αυτά μπορείς να αλλάξεις τη λέξη ‘βία’ με τη λέξη ‘βιασμός’ –το ίδιο κάνει). Όλες είναι συνιστώσες επιβολής και κυριαρχίας ενός απάνθρωπου συστήματος όπως το καπιταλιστικό και η ανάλυσή τους δεν ήταν δυνατό να γίνει σ΄αυτό το κείμενο.
Αλλά αφού ξεκίνησα με ένα παραμύθι, λέω να κλείσω με μια αλήθεια που μου θύμισε ο φίλος μου ο Λούης τις προάλλες και ανήκει στον Παναγιώτη Παπαδόπουλο (Κάιν): «Το θέμα δεν είναι μόνο να λέμε ‘όχι στη βία της εξουσίας’ –θα πρέπει να λέμε και ‘όχι στην εξουσία της βίας’ επίσης»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου