Ατλαντίδα, ένας τόπος άγνωστος και γεμάτος μυστήριο. Αν και κάποιοι αναφέρουν πως τόσο ο Αισχύλος όσο και ο Όμηρος έχουνε εμμέσως πλην σαφώς αναφερθεί στον τόπο αυτόν, εν τούτοις η πρώτη επίσημη αναφορά εντοπίζεται στον Τίμαιο και στον Κριτία του Πλάτωνος.
Σε αυτούς τους διάλογους ο Πλάτωνας μιλάει για έναν πόλεμο μεταξύ των Αθηναίων και των Ατλάντων, των οποίων η χώρα βρισκότανε έξω από τιςΗράκλειες στήλες. Σύμφωνα με τον πλατωνικό διάλογο ο πόλεμος αυτός έλαβε χώρα 9000 χρόνια πριν από την επίσκεψη του
Σόλωνος στην πόλη Σάϊδα της Αιγύπτου.
Οι ’τλαντες, που λάτρευαν τον θεό Ποσειδώνα, ήτανε ενάρετοι άνθρωποι «αλλά όταν το θεϊκό στοιχείο άρχισε να εκφυλίζεται από μέσα τους, αφού αναμίχθηκε πολύ και πολλές φορές με το ανθρώπινο στοιχείο, το οποίο τελικά και επικράτησε, τότε άρχισαν να συμπεριφέρονται με απρέπεια μη έχοντας τη δύναμη να βαστάξουν πια το βάρος του πλούτου τους».
Έτσι αποφάσισαν να κατακτήσουν όλον τον κόσμο, όπως αποδεικνύουν τα λόγια του Αιγυπτίου ιερέα προς τον Αθηναίο Σόλωνα, «γιατί τα γραπτά μας αφηγούνται πως η πόλη σας κάποτε κατέστρεψε μία δύναμη, που πορευόταν με θράσος εναντίον ολόκληρης της Ευρώπης και της Ασίας, ξεκινώντας απέξω με ορμή από κάποιο σημείο του Ατλαντικού ωκεανού». Όμως λόγω της απρεπής τους συμπεριφοράς ο Δίας τους βύθισε εν μία νυχτί. «μέσα σε μία μέρα και μία τρομερή νύχτα, ολόκληρος ο στρατός σας κατέπεσε στη γη και η Ατλαντίδα επίσης καταποντίστηκε και εξαφανίστηκε».
Στο άρθρο τούτο δεν θα μας απασχολήσει το που βρίσκεται η θρυλική Ατλαντίδα, δηλαδή αν πράγματι βρίσκεται σε κάποιο σημείο του Ατλαντικού ωκεανού ή αν πρόκειται για την Μινωική Κρήτη, ή ακόμη και για την Κύπρο, αλλά αν υπάρχει κάποιος βαθύτερος λόγος που γίνεται αναφορά στον τόπο αυτόν.
Ας υποθέσουμε πως ο Πλάτωνας εξελίσσοντας την φιλοσοφική του σκέψη μέσα από τους διαλόγους του, κάνει έμμεσες αναφορές σε παλιότερες θέσεις του, τις οποίες ένας προσεκτικός και συνεχής αναγνώστης του θα είχε την ικανότητα να εντοπίσει.
Με άλλα λόγια ο Πλάτωνας δεν θα έκανε άμεσες αναφορές σε προηγούμενες ιδέες του, αλλά με φράσεις ή λέξεις κλειδιά θα υπόδειχνε στον αδιάκοπο αναγνώστη του, που θα πρέπει να κοιτάξει. Έτσι παρατηρούμε πως ο αριθμός 9000, που αντιστοιχεί στον χρόνο διεξαγωγής του πολέμου, αναφέρεται και στον διάλογο Φαιδρός, που έχει συνταχτεί πριν τον Τίμαιο.
«Λοιπόν, παιδί μου, αυτά τα αγαθά, τόσο μεγάλα και θεϊκά, θα σου χαρίσει η φιλία του εραστή. Αντίθετα η οικειότητα εκείνου που δεν είναι ερωτευμένος, όντας ανακατεμένη με την φρόνηση των θνητών, θα σου επιφυλάξει θνητές και φειδωλές απολαβές, θα ενσπείρει στην ψυχή του φίλου, την ανελευθερία, που επαινείται από τον πολύ κόσμο ως αρετή, και θα κάνει την ψυχή να στριφογυρίζει και κάτω από τη γη, σαν ανόητη για 9000 χρόνια».
Στον διάλογο αυτόν εξετάζετε αν θα πρέπει κάποιος να προτιμά την φιλία ενός ερωτευμένου ή ενός που δεν διακατέχεται από έρωτα. Όπως τελικά προκύπτει από τον Φαιδρό, θα πρέπει να προτιμηθεί η φιλία με ερωτευμένου διότι αυτός διακατέχεται από μανία , την οποία ο Πλάτωνας θεωρεί θεϊκή, και έτσι θα διοχετευτεί στον νέο η επιθυμία να γνωρίσει τα αληθινά όντα, κάτι που δεν θα συμβεί με τον μη ερωτευμένο ο οποίος ενεργεί με φρόνηση.
Μάλιστα αυτή η αφοσίωση σε ερωτευμένο θα μεγαλώσει τα φτερά της ψυχής. «και από εκεί αυτό το ρεύμα (εννοεί τον ερωτικό πόθο που ο Δίας όντας ερωτευμένος με τον Γανυμήδη είχε ονομάσει ίμερο) αναζωογονεί τις ρίζες των φτερών, τις τροφοδοτεί πάλι και δίδει δύναμη στις φτερούγες να μεγαλώσουν και στο τέλος γεμίζει με έρωτα και την ψυχή του αγαπημένου».
Κατά τον Πλάτωνα η ψυχή είναι αγέννητη, αθάνατη και φτερωτή. Η ψυχή από την φύση της επιθυμεί να επικοινωνήσει με το θεϊκό. «το θεϊκό είναι όμορφο, σοφό, καλό, κι έχει όλες τις σχετικές με αυτά ιδιότητες. Με τούτες πιο πολύ τρέφεται και μεγαλώνει το φτέρωμα της ψυχής, ενώ φθείρεται και καταστρέφεται από το άσχημο, το κακό και τις άλλες αντίθετες ιδιότητες».
Έτσι η ψυχή που θα συσχετιστεί με το άσχημο, δηλαδή με τον μη ερωτευμένο, θα χάσει τα φτερά της και θα «περιφέρεται από δω κι από κει μέχρι να βρει να κρατηθεί από κάτι στέρεο, και εκεί πλέον εγκαθίσταται και αποκτά γήινο σώμα».
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί πως σύμφωνα με την Πλατωνική φιλοσοφία το σώμα είναι σήμα (φυλακή) της ψυχής. Επίσης μέσα στον Φαιδρό παρομοιάζεται η ψυχή με ένα άρμα που το σέρνουνε δύο άλογα, όπου το ένα είναι υπάκουο και το άλλο ανυπάκουο και κακό. Αυτά τα δύο άλογα τα κατευθύνει ένας ηνίοχος.
Για να μην πολυλογούμε ο ηνίοχος συμβολίζει το λογιστικό μέρος της ψυχής και σχετίζεται με την σοφία, αλλά και με τους άρχοντες, το καλό άλογο με το θυμοειδές μέρος της ψυχής και σχετίζεται με την ανδρεία και τους φύλακες μίας πόλης και το κακό άλογο με το επιθυμητό και σχετίζεται με την σωφροσύνη (φρόνηση) και με τον λαό. Η σωστή συνεργασία αυτών των τριών στοιχείων είναι η δικαιοσύνη, την οποία πραγματεύεται ο Πλάτωνας στην Πολιτεία.
Το λογιστικό βρίσκεται στο κεφάλι και θεωρείται θεϊκό, τα άλλα δύο είναι θνητές ψυχές που έχουνε δημιουργήσει οι δημιουργηθέντες θεοί. Σύμφωνα με τον Τίμαιο, υπάρχει ένας θεός δημιουργός του σύμπαντος, ο οποίος δημιούργησε τους υπόλοιπους θεούς και τους έδωσε την εντολή να δημιουργήσουνε τον άνθρωπο, έτσι ώστε να είναι θνητός, διότι αν τον δημιουργούσε ο ίδιος θα ήτανε αθάνατος.
Το θυμοειδές μέρος το τοποθέτησαν στο θώρακα και «έκτισαν ισθμό και όριο μεταξύ του κεφαλιού και του στήθους , βάζοντας ανάμεσά τους τον αυχένα, ώστε να τα ξεχωρίζει». Ο διαχωρισμός αυτός έγινε για να μην μολυνθεί το θεϊκό από το θνητό. Μέσα στον θώρακα υπάρχει η καρδιά, η οποία ακολουθεί την λογική, και ο πνεύμονας.
Κατά τον Πλάτωνα δεν είναι τυχαία η θέση τους «γνωρίζοντας όμως από πριν οι θεοί ότι το σκίρτημα της καρδιάς, όταν προαισθάνεται κακά ή όταν φουντώνει η οργή, οφείλεται στην φωτιά, θέλοντας να βοηθήσουν την καρδιά, τοποθέτησαν κοντά της τον ιστό του πνεύμονα. Αυτός είναι μαλακός και χωρίς αίμα κι επίσης είναι τρυπημένος από κοιλότητες, όπως το σφουγγάρι για να προσφέρει αέρα και ποτό, καθώς δέχεται δροσιά και ανακούφιση στην καρδιά καταλαγιάζοντας την όταν είναι φουσκωμένη».
Το επιθυμητό μέρος, «που επιθυμεί τις τροφές, τα ποτά και οτιδήποτε άλλο χρειάζεται το σώμα, το εγκατέστησαν στο χώρο μεταξύ του διαφράγματος και της περιοχής του αφαλού, αφού κατασκεύασαν όλον τον αυτόν χώρο ως μία φάτνη για την θρέψη του σώματος. Έδεσαν λοιπόν εδώ το μέρος αυτό της ψυχής σαν πλάσμα άγριο, που είναι απαραίτητο να τρέφεται δεμένο, εάν βέβαια πρόκειται να επιζήσει το ανθρώπινο είδος». Και συνεχίζει λίγο παρακάτω «γεννώντας την απληστία, εξαιτίας της γαστριμαργίας θα έκανε όλο το ανθρώπινο γένος να είναι αφιλόμουσο, άμουσο και απείθαρχο στο θεϊκό στοιχείο, που υπάρχει κατεξοχήν μέσα μας».
Κατά την προσωπική μου γνώμη, για άλλο λόγο έχει αναφερθεί η ιστορία της Ατλαντίδος στον Τίμαιο και για άλλο στον Κριτία. Στον δε Κριτία λόγω του ενδιαφέροντος που προέκυψε από την αναφορά της στον Τίμαιο. Στον Τίμαιο όμως πιστεύω πως ο Πλάτωνας την αναφέρει ως ένα κρυφό παράδειγμα της σύγκρουσης του επιθυμητού μέρους της ψυχής με το θυμοειδές.
Κατ’ αρχάς το διάφραγμα που χωρίζει τα δύο αυτά μέρη είναι οι Ηράκλειες στήλες. Οι Αθηναίοι που στάθηκαν φύλακες και νίκησαν τους Άτλαντες είναι το θυμοειδές, ενώ οι ’τλαντες που ήθελαν να κατακτήσουν όλον τον κόσμο είναι το επιθυμητό. Επίσης ο αριθμός 9000 δηλώνει την ψυχή που εμπιστεύτηκε αυτόν που λειτουργεί με φρόνηση, με την οποία φρόνηση σχετίζεται το επιθυμητό μέρος. Με λίγα λόγια αναφέρεται στην ψυχή που δεν προσπάθησε να δει τα αληθινά όντα, αλλά προτίμησε την ικανοποίηση του στομάχου της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου